Η πολύχρονη κλινική μου εμπειρία με άτομα που πάσχουν από τη νόσο Alzheiemr και άλλες μορφές άνοιας με οδήγησε στη χρήση επικουρικών θεραπευτικών προσεγγίσεων και στην ενσωμάτωσή τους στη θεραπεία Gestalt…
Εισαγωγή
Αποφάσισα να δοκιμάσω να εφαρμόσω την αμμοθεραπεία σε ασθενείς που πάσχουν από άνοια ενσωματώνοντας την τεχνική αυτή στη θεραπευτική προσέγγιση Gestalt και στην Art-therapy. Πιστεύω ότι η αμμοθεραπεία είναι μια πλούσια θεραπευτική προσέγγιση και μια υπο-εξερεύνηση περιοχή σε σχέση με την τρίτη ηλικία και την άνοια. Στόχος μου σε αυτή την παρέμβαση ήταν κυρίως η παρατήρηση. Δηλαδή, να δω και να παρατηρήσω αν μια τόσο άμεση θεραπευτική παρέμβαση μπορεί να ενεργοποιήσει ασθενείς που βρίσκονται σε αρχικά αλλά και προχωρημένα στάδια της άνοιας. Για το λόγο αυτό, όλες οι συνεδρίες βιντεοσκοπούνται – κάτι που ενδείκνυται στην αμμοθεραπεία και προτείνεται από τους θεραπευτές που την εφαρμόζουν. Η παρέμβαση είναι ομαδική και σίγουρα αυτό δυσχεραίνει και δυσκολεύει το έργο του θεραπευτή και τη θεραπευτική διαδικασία.
Τι είναι η αμμοθεραπεία
Η αμμοθεραπεία είναι μια μορφή θεραπείας που χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες, με σκοπό τη θεραπεία διαμέσου της σύνδεσης με τη «μύχια ψυχή» (deep psyche). Ιδρύτρια της αμμοθεραπείας ήταν η Ελβετίδα θεραπεύτρια Dora M. Kalff, (1904-1990). Η Kalff βάσισε τη θεωρία της στις αρχές της ψυχολογίας του Jung και στο έργο της διάσημης παιδοψυχιάτρου Margaret Lowenfeld.
Η αμμοθεραπεία είναι μια επικουρική θεραπευτική προσέγγιση την οποία έχω ενσωματώσει σαν ένα χρήσιμο εργαλείο στην εργασία μου σαν Gestalt θεραπεύτρια. Στην αμμοθεραπεία ο θεραπευτής παρέχει στο θεραπευόμενο ένα δίσκο με άμμο, νερό και ποικίλα αντικείμενα και υλικά με τα οποία ο θεραπευόμενος προσκαλείται να αλληλεπιδράσει. Χρησιμοποιώντας τη φαντασία του δημιουργεί ένα «σκηνικό» στον οριοθετημένο χώρο του δίσκου με την άμμο
Ποια είναι η δύναμη της αμμοθεραπείας; Ποιοι είναι οι λόγοι που η τεχνική αυτή χρησιμοποιείται ήδη από το 1990 από ένα μεγάλο αριθμό θεραπευτών τόσο με ενήλικες όσο και με παιδιά; Ποια είναι η διαφορά της αμμοθεραπείας από άλλες μορφές παιχνιδιοθεραπείας;
Θεραπευτικές ωφέλειες από την εφαρμογή της αμμοθεραπείας
1) Διευκολύνει τη διαδικασία της (εξ)ατομίκευσης:
Οι επαγγελματίες υγείας ήδη γνωρίζουμε ότι τα παιχνίδια φαντασίας στην παιδική ηλικία διευκολύνουν την αναπτυξιακή εξέλιξη του παιδιού, τη διαδικασία της εξατομίκευσης και διατηρούν τη μάθηση και στην ενήλικη ζωή. Κατά τον Piaget, το παιχνίδι είναι η κύρια πηγή ανάπτυξης στην προσχολική ηλικία (Piaget, 1951). O Jung αναφέρει: «(η φαντασία) είναι η μητέρα όλων των δυνατοτήτων, εκεί όπου, – όπως όλες οι ψυχολογικές αντιθέσεις – ο εσωτερικός και ο εξωτερικός κόσμος του ατόμου συνδέονται σε μια ζωντανή ένωση» (Jung, 1971, p. 52).
2) Απελευθερώνει τη δημιουργικότητα, μύχια συναισθήματα, αντιλήψεις και μνήμες, φέρνοντας τα στην εξωτερική πραγματικότητα και προσφέροντας αδιάψευστη μαρτυρία:
Τα τελευταία χρόνια ο επαναπροσδιορισμός της δύναμης που υπάρχει στο παιδί μέσα σε κάθε άτομο – νέο και ηλικιωμένο, άνδρα και γυναίκα – παρακίνησε τους επαγγελματίες υγείας να αξιοποιήσουν το δυναμικό αυτό χρησιμοποιώντας τη φαντασία, το παιχνίδι, τα εικαστικά σε πολλές εμπειρικές θεραπευτικές προσεγγίσεις και σε όλες τις ηλικίες. Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη και διάθεση να απελευθερώσουν τη δημιουργικότητά τους, τα μύχια συναισθήματά τους, τις αντιλήψεις και τις μνήμες τους και να έρθουν κοντά στον εξωτερικό κόσμο μ’ ένα ωφέλιμο και δημιουργικό τρόπο.
Η άμμος και το νερό είναι ιδιαίτερα δυνατά εργαλεία που επίσης χρησιμοποιούνται για αυτόν το σκοπό. Για τα παιδιά, τα παιχνίδια στην άμμο και στο νερό (π.χ. παραλία) είναι μια φυσική μορφή έκφρασης και είναι πρόθυμα να εμπλακούν στη διαδικασία της αμμοθεραπείας. Αντίστοιχες εμπειρίες έχουν και οι περισσότεροι ενήλικες από την παιδική τους ηλικία. Κατά συνέπεια, η αμμοθεραπεία προσφέρει και στους ενήλικες το μέσο που φρεσκάρει τη μνήμη, αναδύει αναμνήσεις του παρελθόντος και ανοίγει τη δίοδο στον κόσμο της παιδικής ηλικίας. Επιπλέον, για το παιδί και τα δύο – άμμος και νερό – είναι μαγνήτες που αυτόματα προκαλούν την αυθόρμητη δημιουργική διαδικασία. Η πλειονότητα των παιδιών που έρχονται σε επαφή με την αμμοθεραπεία αμέσως πλησιάζουν τις αμμοδόχους και σχεδιάζουν σ’ αυτές τοποθετώντας πλήθος αντικειμένων που είναι διαθέσιμα προς χρήση (Boik, & Goodwin, 2000).
3) Προκαλεί αυθόρμητα τη δημιουργική διαδικασία και το παιχνίδι (παιδιά) χωρίς σωστό ή λάθος τρόπο:
Στους ενήλικες η διαδικασία της αμμοθεραπείας πυροδοτεί την περιέργεια – αν και κάποιοι μπορεί να είναι διστακτικοί – δεν διστάζουν να δοκιμάσουν, επειδή αισθάνονται ότι δεν χρειάζεται ιδιαίτερες γνώσεις καλλιτεχνικών ή άλλων δεξιοτήτων και δεν έχουν βιώσει περιορισμούς παίζοντας με την άμμο και το νερό στην παιδική τους ηλικία. Για αυτούς τους λόγους, ενήλικες και παιδιά νιώθουν ελεύθεροι να δημιουργήσουν χωρίς αυτοκριτική ή επιφυλακτικότητα. Άλλωστε δεν υπάρχει σωστός ή λάθος τρόπος στη δημιουργική διαδικασία της αμμοθεραπείας. Δεν χρειάζεται κανένα πρότυπο ή μοντέλο προκειμένου να δημιουργήσουμε ολόκληρους κόσμους ούτε καμία παρέμβαση ενήλικα, συνεπώς ο δημιουργός είναι αυθεντικός στο να εκφράσει τον εσωτερικό του κόσμο.
4) Αξιοποιεί την πλειονότητα των αισθήσεων και προσφέρει μια διευρυμένη εμπειρία:
Επιτρέπει στο θεραπευόμενο να δημιουργήσει έναν κόσμο που αποτελεί χειροπιαστή «μαρτυρία» σε μύχιες σκέψεις και συναισθήματα. Αυτός ο κόσμος γίνεται ορατός, μπορεί να τον αγγίξει, να τον βιώσει, να τον αλλάξει, να μιλήσει γι’ αυτόν και να τον φωτογραφήσει. Μερικοί άνθρωποι έχουν την ανάγκη να εξωτερικεύσουν και να αντιληφθούν συγκεκριμένα βιώματα ή τραυματικές εμπειρίες της ζωής τους μέσω των αισθήσεων και αυτός είναι ο τρόπος για να επουλώσουν τα τραύματα τους. Παρόλο που αρκετές θεραπευτικές προσεγγίσεις είναι αποτελεσματικές, οι περισσότερες δεν επιτρέπουν στο θεραπευόμενο να δημιουργήσει και να επαναδημιουργήσει τις εμπειρίες του χρησιμοποιώντας πραγματικές φυσικές φόρμες (Boik Labovitz, & Goodwin, 2000).
Σύμφωνα με τον Jung (1971), ένα φορτισμένο συναισθηματικά βίωμα που δεν μπορεί να κατανοηθεί ή να επιλυθεί γνωστικά συχνά μπορεί να αντιμετωπιστεί αν του δώσουμε μια ορατή μορφή. Φαίνεται ότι η λύση – που μόνο το ασυνείδητο του ατόμου γνωρίζει – με ένα τρόπο μαγικό αποκαλύπτεται. Σαν να μεταδίδεται στα χέρια του θεραπευόμενου τη στιγμή που χρησιμοποιεί την άμμο, το νερό, και τα διάφορα αντικείμενα. Μια ενσωματωμένη οντότητα εμφανίζεται στην αμμοδόχο (Jung, 1971).
5) Βοηθά το θεραπευόμενο να επιστρέψει σε προγενέστερη (ανεπιθύμητη) εμπειρία του παρελθόντος και του επιτρέπει να επουλώσει και να ενσωματώσει:
Για τα παιδιά – όπου παιχνίδι και ζωή τείνουν να είναι συνώνυμα – το να δώσουν μορφή στο ασυνείδητο υλικό δημιουργώντας στην άμμο τα οδηγεί στην αφομοίωση και ενσωμάτωση της πραγματικότητας. Στους ενήλικες, η συνειδητοποίηση μπορεί να είναι γρήγορη και ολοκληρωμένη και συχνά αισθητή τόσο σε σωματικό, όσο και σε συναισθηματικό, γνωστικό και πνευματικό επίπεδο. Όταν ο θεραπευόμενος δεν μπορεί να αναγνωρίσει και να λύσει ένα θέμα με άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις ή όταν νιώθει μπερδεμένος συναισθηματικά ή αναρωτιέται γιατί συμπεριφέρεται μ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο, ο κόσμος που δημιουργεί στην άμμο, που τον αγγίζει, τον βλέπει, τον ακούει και τον μυρίζει, μπορεί να του προσφέρει την απάντηση.
6) Δημιουργεί γέφυρες ανάμεσα στο ασυνείδητο και το συνειδητό, τον εσωτερικό και τον εξωτερικό κόσμο, το νοητικό και πνευματικό με το σωματικό, το μη λεκτικό με το λεκτικό και κατά συνέπεια αποκαλύπτει κρυμμένα στοιχεία του εαυτού:
Εκτός από τη δυνατότητα της σωματικής αίσθησης που προσφέρει η αμμοθεραπεία, τα δύο βασικά στοιχεία της – άμμος και νερό – είναι αρχετυπικά σύμβολα της φύσης που συνδέουν και γειώνουν τον άνθρωπο με τον πλανήτη Γη. Όπως η ψυχή, και τα δύο έχουν ροή και κίνηση και αδιάκοπα αλλάζουν. Η άμμος και το νερό συνδέουν το μυαλό και το πνεύμα με το σώμα και τη φυσική υπόσταση του ανθρώπου, προσφέροντας τη δυνατότητα στο πνεύμα και στο σώμα να αλληλεπιδράσει το ένα στο άλλο, τόσο συνειδητά όσο και ασυνείδητα (Jung, 1971).
7) Λειτουργεί σαν φυσική γλώσσα για τα παιδιά και μια κοινή γλώσσα για διαφορετικούς πολιτισμούς και αναπτυξιακά στάδια:
Τα σύμβολα των αντικειμένων και των υλικών που χρησιμοποιούνται στην αμμοθεραπεία προσφέρουν μια κοινή γλώσσα. Ιδιαίτερα για τα παιδιά, όπως και για τους ηλικιωμένους που πάσχουν από άνοια και συχνά δεν έχουν την ικανότητα να αρθρώσουν με το λόγο σχετικά με το τι τους συμβαίνει ή γι’ αυτό που βιώνουν. Η αμμοθεραπεία μπορεί να τους προσφέρει ένα τρόπο να εκφράσουν μύχιες σκέψεις και συναισθήματά. Επειδή η άμμος και το νερό «ανοίγουν» δίοδο για τη συνειδητοποίηση βιωμάτων ακόμη και της πολύ πρώιμης παιδικής ηλικίας – πριν το βρέφος αποκτήσει δυνατότητα λεκτικής έκφρασης – δεν είναι απαραίτητο το άτομο να διατηρεί λεκτικές δεξιότητες για να συμμετέχει σε αυτό. Γι’ αυτό το λόγο η αμμοθεραπεία μπορεί να χρησιμοποιηθεί γενικά, πέρα από γλώσσες, κουλτούρες, φυλές, ηλικίες και αναπτυξιακά στάδια.
Επιπλέον, η χρήση της γης και των συμβόλων είναι οικεία σε πολλούς πολιτισμούς σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Επίσης, πληθώρα λέξεων μπορούν να εμποδίσουν τη θεραπευτική διαδικασία. Αρκετά άτομα μιλούν ακατάπαυστα κατά τη θεραπευτική διαδικασία και χρησιμοποιούν το λόγο προκειμένου να εκλογικεύσουν και να αποφύγουν ν’ ανοίξουν σημαντικά θέματα τους. Η αμμοθεραπεία αποθαρρύνει τη διανοητικοποίηση και επιτρέπει στο ασυνείδητο να πει την ιστορία του, ενώ «γειώνει» το σώμα στο «εδώ και τώρα» της διαδικασίας.
Συνεπώς, η αμμοθεραπεία καθιστά δυνατή τη μη λεκτική επικοινωνία. Βαθιές εσωτερικές εμπειρίες μπορούν να εκφραστούν και να εξωτερικευτούν ανάμεσα στο θεραπευόμενο και στο θεραπευτή συμβολικά. Το «μοίρασμα» τέτοιων εμπειριών μπορεί να δημιουργήσει μια συνοχή, ένα δεσμό, ανάμεσα στο θεραπευτή και το θεραπευόμενο, η οποία συχνά είναι δύσκολο να εδραιωθεί με τη λεκτική επικοινωνία.
8) Επιτρέπει την ελάττωση των αντιστάσεων επειδή δεν είναι τρομακτική:
Όταν ο θεραπευόμενος αντιστέκεται και δεν μιλά, η αμμοθεραπεία μπορεί να είναι λιγότερο τρομακτική προσέγγιση από τις «λογοθεραπευτικές» θεραπευτικές προσεγγίσεις. Επιτρέπει τις άμυνες να μαλακώσουν και τις αντιστάσεις να μειωθούν. Ένας λόγος που τα άτομα που πάσχουν από άνοια μένουν σιωπηλά και αμέτοχα στην ομάδα είναι ο φόβος τους μήπως φανεί η δυσκολία τους να απαντήσουν σε κάτι λόγω των γνωστικών απωλειών που βιώνουν. Συχνά ο φόβος τους αυξάνεται όταν υπάρχει κάποιο άλλο μέλος που μπορεί να σχολιάσει ή και να κοροϊδέψει τις απαντήσεις τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα θέματα του θεραπευόμενου μπορούν να βγουν στην επιφάνεια – χωρίς λόγια – στο δίσκο με την άμμο. Για παράδειγμα, μία ηλικιωμένη γυναίκα που πάσχει από τη νόσο Alzheimer και η οποία προσέρχεται στην ομάδα που συντονίζω στο ΚΗΦΗ δύο φορές την εβδομάδα. Παρ’ όλες τις προσπάθειες που έκανα για περίπου ένα χρόνο να την πλησιάσω, να την ενθαρρύνω να μιλήσει για τη ζωή της, για τον εαυτό της, δυσκολευόταν να το κάνει και τελικά αποσύρονταν και σιωπούσε. Για ένα χρόνο είχα την αίσθηση ότι η γυναίκα αυτή σαν να μην υπήρχε στην ομάδα. Προσωπικά αναρωτιόμουν αν είχε νόημα για την ίδια να βρίσκεται εδώ μαζί μας. Στην αμμοθεραπεία η ίδια γυναίκα ήταν και είναι μια έκπληξη για εμένα. Σχεδόν από τις πρώτες συνεδρίες διαπίστωσα πόσο σημαντικό ήταν για την ίδια να βρει έναν τρόπο να το δείξει αυτό. Και ο τρόπος φαίνεται να ήταν τα υλικά. Από τη στιγμή που της τα έδωσα και μετά κάτι άλλαξε. Σαν να είχε πλέον έναν τρόπο να είναι συμμετοχική. Τον δικό της τρόπο που ήταν να χρησιμοποιεί κάτι χειροπιαστό, να το στήνει, να το ξεστήνει, να μιλάει σ’ αυτό, να κοιτάζει και να βοηθά μια γυναίκα που κάθεται δίπλα της και να τραγουδά. Το τραγούδι ήταν μια ευχάριστη έκπληξη για μένα γιατί διαπίστωνα ότι η γυναίκα αυτή διαθέτει μια πολύ ωραία φωνή, θυμάται στίχους από τραγούδια τη στιγμή που δεν μπορεί να κατονομάσει ένα μήλο που βλέπει.
9) Προσφέρεται σαν επικουρική θεραπεία, κάνοντας την αμμοθεραπεία προσιτή σε θεραπευτές διαφορετικών προσεγγίσεων:
Η αμμοθεραπεία μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν εργαλείο συνδυαστικά με πολλές άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις. Για παράδειγμα, αν ο θεραπευτής ακολουθεί τη μεθοδολογία της γνωστικής προσέγγισης, είναι απίθανο να χρησιμοποιήσει την αμμοθεραπεία εφαρμόζοντας γνωστική ανάλυση. Ωστόσο, μπορεί να τη χρησιμοποιήσει σαν εργαλείο έτσι ώστε να βοηθήσει το θεραπευόμενο να ανασυγκροτήσει τον τρόπο που σκέφτεται.
Επιπλέον, δεν είναι αναγκαίο για τους θεραπευτές να μάθουν ολοκληρωτικά μια νέα θεραπευτική προσέγγιση, ιδιαίτερα όταν είναι ικανοποιημένοι από την προσέγγιση που ήδη εφαρμόζουν. Έτσι, η αμμοθεραπεία μπορεί να ενσωματωθεί στη Θεραπεία Gestalt, στη γνωστική ανασυγκρότηση, στο ψυχόδραμα, κ.ά. και οι θεραπευτές προσφέρουν καθόλου ή ελάχιστη ερμηνεία. Σύμφωνα με τον Tompson: «Ο μη λεκτικός τρόπος έκφρασης δίνει τη δυνατότητα στο άτομο, που «στήνει» στο δίσκο με την άμμο έναν κόσμο, να «περιγράψει» γεγονότα σε πολλά επίπεδα την ίδια στιγμή – με τον τρόπο που παρουσιάζεται στα όνειρα» (Tompson, 1990, p.18).
Ο θεραπευόμενος δημιουργεί μια γέφυρα ανάμεσα στο ασυνείδητο και το συνειδητό, τον εσωτερικό και τον εξωτερικό κόσμο, το νοητικό και πνευματικό με το σωματικό και το μη λεκτικό με το λεκτικό. Στη διαδικασία της αμμοθεραπείας συμβαίνει και το ανάποδο, έστω για μια φορά το ασυνείδητο «αντικειμενοποιείται» με τη φαντασία και χρησιμεύει σαν καταλύτης για την εσωτερική αλλαγή. Σφυρηλατείται μια άμεση σύνδεση ανάμεσα στο συνειδητό και το ασυνείδητο.
10) Ενδυναμώνει το θεραπευόμενο επιτρέποντάς τον να μετακινηθεί από τη θέση του θύματος στη θέση του δημιουργού και να επιλέξει τη θεραπευτική του διαδρομή:
Η χρήση της άμμου και του νερού αυτόματα μεταφέρει το θεραπευόμενο πίσω σ’ εκείνες τις περιοχές των ανθρώπινων εμπειριών που χρειάζονται επούλωση και ενσωμάτωση. Κατά τη διάρκεια της αμμοθεραπείας μια εμπειρία ή ένα τραύμα προσδιορίζεται, οριοθετείται και τελικά αναγνωρίζεται σ’ ένα ελεύθερο και προστατευμένο περιβάλλον. Αυτή η διαδικασία συμβαίνει με την παρουσία κάποιου (θεραπευτή) που εκτιμά και σέβεται το άτομο και το δημιούργημά του χωρίς επίκριση. Καθώς ο θεραπευόμενος «στήνει» τον αδιάκοπα μεταβαλλόμενο κόσμο του, καταστρέφει το παλιό και δημιουργεί το καινούργιο. Μέσα από τη συμβολική αυτή διαδικασία – καταστρέφοντας και δημιουργώντας – οι θεραπευόμενοι ισχυροποιούν και παρατηρούν τον πλούτο των κόσμων τους καθώς τους συνθέτουν. Με τον καιρό μετακινούνται από βιώματα και αισθήματα θυματοποίησης στην επίγνωση των παλιών εμπειριών και γίνονται δημιουργοί των νέων.
Επειδή η αμμοθεραπεία ενεργοποιεί την έμφυτη ασυνείδητη θεραπευτική δύναμη κάθε ατόμου και προσφέρει τη δυνατότητα να μετακινηθεί από τη θέση του θύματος στη θέση του δημιουργού, ενδυναμώνει το άτομο να προσδιορίσει τη θεραπευτική του διαδρομή. Ο θεραπευόμενος έχει τον έλεγχο σε τι θέλει ή δεν θέλει να αποκαλύψει στον εαυτό του. Μόνο τα στοιχεία με τα οποία είναι έτοιμος να αναγνωρίσει γίνονται συνειδητά. Οι «εικόνες» που δημιουργεί στην επιφάνεια της άμμου καθρεπτίζουν τον εσωτερικό κόσμο του ασυνείδητου και «φωτογραφίζουν» την ικανότητα του να κατανοήσει τον εαυτό του.
Επειδή οι θεραπευόμενοι «μπαίνουν» ενεργητικά και συνειδητά στη θεραπευτική διαδικασία μπορούν να ξεπεράσουν αισθήματα ανημποριάς και κατωτερότητας. Ο ρόλος του θεραπευτή είναι να εκτιμήσει και να σεβαστεί το δημιούργημα και τις προσωπικές ερμηνείες που δίνει ο θεραπευόμενος και δεν δίνει τις δικές του εξηγήσεις ή ερμηνείες. Μόνο έτσι αποκτούν αξία οι μοναδικές εμπειρίες και συνειδητοποιήσεις του θεραπευόμενου. Κάθε θεραπευόμενος αξιολογεί και αντιλαμβάνεται τον εαυτό του σαν βαθύ γνώστη και άξιο σεβασμού όν ικανό να διαχειρίζεται τη ζωή του.
11) Παρέχει τη δυνατότητα στο θεραπευτή να κάνει προσωπική δουλειά:
Τέλος, επειδή ο δίσκος με την άμμο είναι ένα πολύ δυνατό εργαλείο στην αντιμετώπιση πολλών γεγονότων ζωής – περιλαμβάνοντας τραύματα, θέματα σχέσεων, προσωπική ανάπτυξη, ενσωμάτωσης και επαναπροσδιορισμού του εαυτού – τόσο οι θεραπευτές όσο και οι θεραπευόμενοι μπορούν να ωφεληθούν από τη διαδικασία. Οι θεραπευτές μπορούν να καταπιαστούν με θέματα αντιμεταβίβασης και προσωπικής ανάπτυξης. Επίσης, επειδή κατά την Lowenfeld, χρησιμοποιούμε το δίσκο με την άμμο(και όχι το θεραπευτή) να «αντιπαρατεθεί» με το θεραπευόμενο και να «λάβει» τις προβολές του θεραπευόμενου, υπάρχει μια επιπλέον ωφέλεια για το θεραπευτή όταν χρησιμοποιεί την αμμοθεραπεία (Lowenfeld, 1979).
Επιπλέον, η Cunningham, εξηγεί γιατί η αμμοθεραπεία είναι λιγότερο εξαντλητική για το θεραπευτή απ’ ότι η λεκτική θεραπεία: Επειδή πολλές από τις προβολές του θεραπευόμενου προβάλλονται στο δίσκο με την άμμο και όχι πάνω στο θεραπευτή, και η ενέργεια που απαιτείται για την αντιμετώπιση των θεμάτων αντιμεταβίβασης από το θεραπευτή ελαχιστοποιείται (Cunningham, 1997).
Εφαρμογή της αμμοθεραπείας σε άτομα που πάσχουν από άνοια.
Από την στιγμή που στη θεραπευτική διαδικασία εδραιωθεί εμπιστοσύνη η αμμοθεραπεία μπορεί να χρησιμοποιηθεί και να ενσωματωθεί σαν εργαλείο στην θεραπεία.
Μέσα από την εφαρμογή της αμμοθεραπείας σε άτομα που πάσχουν από άνοια προτείνω ένα «μοντέλο» που βασίζεται τόσο σε προσωπικές παρατηρήσεις όσο και σε άλλα θεωρητικά μοντέλα που ήδη εφαρμόζονται σε παιδιά, ενήλικες, ζευγάρια και οικογένειες.
Στα άτομα που πάσχουν από άνοια και που συχνά εμφανίζουν το σύμπτωμα της απόσυρσης και κλείνονται σ’ ένα δικό τους εσωτερικό κόσμο η αμμοθεραπεία φαίνεται να λειτουργεί σαν ένας μοχλός κινητοποίησής και ενεργοποίησης τους. Υπάρχουν χειροπιαστά αντικείμενα και υλικά που έστω και από περιέργεια θέλουν να τα δούνε από κοντά, να τα αγγίξουν και να μιλήσουν γι’ αυτά.
Και ενώ υπάρχουν αναμφίβολα στοιχεία που δείχνουν ότι η αμμοθεραπεία είναι μια δυνατή τεχνική και θέλουμε να πιστεύουμε ότι μπορεί να είναι θεραπευτική για κάθε θεραπευόμενο είναι σημαντικό να έχουμε στο νου μας ότι υπάρχουν περιπτώσεις που η αμμοθεραπεία πρέπει να αναβληθεί ή να μην εφαρμοστεί καθόλου.
Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που εφαρμόζουμε την αμμοθεραπεία σε ενήλικές.
Ξεκινώ με αυτή την επισήμανση, γιατί όταν «δουλεύουμε» με ηλικιωμένα άτομα που αντιμετωπίζουν σημαντικές γνωστικές απώλειες χρειάζεται να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί και ευέλικτοι, οποιαδήποτε προσέγγιση κι αν ακολουθούμε. Κατά συνέπεια όλα όσα ακολουθούνε – σαν βήματα ή στάδια της αμμοθεραπείας – δεν είναι απαραίτητο να εφαρμοστούν όταν δουλεύουμε με άτομα που πάσχουν από άνοια.
Τα στάδια της αμμοθεραπείας.
Παρουσίαση – Γνωριμία με τα υλικά:
Στο ξεκίνημα της συνεδρίας επιλέγω πάντα να εισάγω τα μέλη στη διαδικασία με τον κύκλο με τα ονόματα και την ερώτηση: «Πως έρχομαι στην ομάδα». Επίσης η ημερομηνία βοηθά να προσανατολιστούν στο χρόνο. Στη συνέχεια μπορούμε να πούμε: «Σήμερα θα δοκιμάσουμε κάτι διαφορετικό στην ομάδα μας, Θα χρησιμοποιήσουμε δίσκους με άμμο, νερό και άλλα αντικείμενα. Κάποιοι που το δοκίμασαν πριν από εσάς το βρήκαν ενδιαφέρον και συναρπαστικό». Μπορούμε τώρα να εισάγουμε τους δίσκους με την άμμο – έναν για κάθε μέλος της ομάδας. Από την στιγμή αυτή χρειάζεται να παρατηρήσουμε: Πως εκφράζονται λεκτικά, πως συμπεριφέρονται όταν βλέπουν τους δίσκους με την άμμο. Συλλέγουμε στοιχεία σε σχέση με την αντίδραση του κάθε μέλους στην ιδέα να αλληλεπιδράσουν με την άμμο.
Εάν κάποιο μέλος της ομάδας κάνει αρνητικά σχόλια, αποτραβηχτεί ή απομακρύνει τον δίσκο από μπροστά του ή αν παρατηρήσουμε ένταση στο σώμα ή εκνευρισμό ή απέχθεια στην έκφραση του προσώπου, συμπεραίνουμε ότι δεν θέλει να εμπλακεί σ’ αυτό. Χρειάζεται να λάβουμε υπόψη ότι υπάρχουν άτομα που μπορεί να αντισταθούν σε αυτή την διαδικασία. Συχνά οι αντιστάσεις οφείλονται στην ανάγκη να μην λερωθούν. Μία ακόμη αντίσταση με την οποία μπορεί να έρθει αντιμέτωπος ο θεραπευτής αφορά κάποια από τα αντικείμενα τα οποία θα χρησιμοποιηθούν στην διαδικασία. Ιδιαίτερα άτομα που είχαν υψηλή μόρφωση και είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένα με την διανοητικοποίηση, μπορεί να εκφράσουν την αποστροφή τους με την δήλωση ότι μ’ αυτά παίζουν τα παιδιά. Προσωπικά, παρόλο που επιτρέπω ακόμη στον εαυτό μου να παίζει και πιστεύω στο παιχνίδι, αποφεύγω να χρησιμοποιήσω τον όρο παιχνίδι, ή να εισάγω τα μέλη στη διαδικασία προσκαλώντας τα να παίξουν. Οι αντιστάσεις μπορεί να πυροδοτηθούν στο άκουσμα και μόνο της λέξης παιχνίδι σε πολλούς ενήλικες. Επιπλέον, η αμμοθεραπεία (sandplay therapy) διαφέρει από την τεχνική (sandtray therapy) που χρησιμοποιείται στη παιχνιδοθεραπεία.
Ωστόσο, υπάρχουν τρόποι και γι’ αυτά τα άτομα να εμπλακούν σε εξατομικευμένη διαδικασία περισσότερο γνωστική που φαίνεται να τους ταιριάζει περισσότερο. Έτσι, προτείνουμε να απομακρυνθεί από την ομαδική διαδικασία με την συμφωνία ότι αργότερα θα δοκιμάσουμε να κάνουμε κάτι άλλο μαζί και αν κάποια στιγμή νιώσει άνετα μπορεί να δοκιμάσει πάλι. Όταν η εμπιστοσύνη εγκαθιδρυθεί στη σχέση και υποχωρήσουν οι αντιστάσεις προτείνουμε να δοκιμάσει πάλι. ¨Έχει παρατηρηθεί ότι αν μια φορά το άτομο συμφωνήσει να εμπλακεί στη διαδικασία αυτές οι συμπεριφορές σταδιακά μειώνονται.
Τώρα δείχνουμε στα μέλη τα αντικείμενα που είναι στην διάθεσή τους και τους πληροφορούμε ότι μπορούν να επιλέξουν ποια θα τοποθετήσουν στον δίσκο τους ή απλά να φτιάξουν κάτι με τα χέρια τους στην άμμο. Για παράδειγμα, μπορούμε να πούμε: «Μπορείτε να φτιάξετε τον δικό σας κόσμο, να στήσετε μία εικόνα ή μια σκηνή ή να δημιουργήσετε μια ιστορία πάνω στην άμμο με την φαντασία σας. Δεν χρειάζεται να σκεφτείτε ή να κατανοήσετε αυτό που κάνετε. Απλά αφεθείτε στη διαδικασία και φτιάξτε αυτό που σας βγαίνει. Διαλέξτε όσα αντικείμενα θέλετε και όσα θέλετε. Μπορείτε να διαλέξετε αντικείμενα που σας αρέσουν και αντικείμενα που σας φαίνονται άσχημα και αρνητικά. Δεν υπάρχει σωστό ή λάθος σε αυτό που κάνετε».
Κάθε αντικείμενο που επιλέγει το άτομο έχει σημασία για το ίδιο το άτομο, γιατί προέρχεται τόσο από το ασυνείδητο όσο και το συνειδητό. Όπως επισημαίνει ο Dundas (1990): «Τα αντικείμενα έχουν την δυνατότητα να εμφανίζουν εικόνες από την μύχια ψυχική υπόσταση του ατόμου και όχι απλά την άμεση έκφραση μιας συνειδητής σκέψης (Dundas, 1990, p. 4).
Σε όλη την διάρκεια αυτού του σταδίου ο θεραπευτής επιλέγει ένα σημείο απ’ το οποίο μπορεί να παρατηρεί την διαδικασία παραμένοντας αμέτοχος και σιωπηλός. Υπάρχει περίπτωση ένα ή και περισσότερα μέλη της ομάδας να μείνουν αμέτοχα χωρίς να κάνουν κάτι ή απλά να παρατηρούν τι κάνουν οι άλλοι. Δίνουμε χρόνο σ’ αυτά τα μέλη. Υπάρχουν άτομα που καθυστερούν να κάνουν κάτι και αφού δούνε τους άλλους ξεκινάνε. Εφόσον γνωρίζουμε ήδη τα μέλη της ομάδας είμαστε προετοιμασμένοι για τον χρόνο και τον τρόπο που θα παρέμβουμε. Για παράδειγμα, μπορούμε να πλησιάσουμε και να πούμε: «Είναι εντάξει για σένα να σε κρατήσω από το χέρι και να κάνουμε μια βόλτα μαζί μέχρι εκεί που είναι τα αντικείμενα. Αν θέλεις μπορούμε να διαλέξουμε κάτι μαζί. Ή μπορείς να με βοηθήσεις να βρω κάτι για σένα. Εδώ έχω ένα μικρό δίσκο που μπορούμε να βάλουμε μαζί αυτά που θέλεις να βάλεις στον δίσκο σου». Αν υπάρχει κάποιο μέλος που δεν μπορεί να μετακινηθεί λόγω κινητικών προβλημάτων πηγαίνουμε σε ένα δίσκο όσα περισσότερα αντικείμενα μπορούμε ώστε να επιλέξει.
Δηλώσεις για το πώς νιώθουν με τα αντικείμενα:
Από τη στιγμή που τα αντικείμενα τοποθετηθούν στους δίσκους, ζητάμε από τα μέλη να κάνουν δηλώσεις. Π.χ. ρωτάμε πως βλέπουν αυτό που έκαναν. Αν τους αρέσει ή όχι. Μετακινούμαστε από την προηγούμενη θέση πλησιάζουμε ένα-ένα τα μέλη και επαναλαμβάνουμε στον καθένα την ερώτηση. Υπάρχουν περιπτώσεις που κάποιο μέλος της ομάδας μπορεί να απορρίψει αυτό που έφτιαξε και να μιλήσει αρνητικά για το δημιούργημά του ή υποτιμητικά, ενώ ο θεραπευτής το βρίσκει ελκυστικό και όμορφο, ή το αντίθετο. Ο θεραπευτής είναι εκεί για να αποδεχθεί τον άνθρωπο ακόμα κι όταν καταδικάζει ή επικρίνει το έργο του και τον εαυτό του. Οι περιγραφές των αντικειμένων είναι τα στοιχεία που μας δίνει το άτομο για το σημαίνει για τον ίδιο το κάθε αντικείμενο. Αυτές οι περιγραφές αποκαλύπτουν και την αντίληψη που έχει για κάποιες πλευρές του εαυτού του.
«Ζωντανεύοντας» τα αντικείμενα:
Σ’ αυτό το στάδιο ενθαρρύνουμε τα μέλη να «ζωντανέψουν» τα αντικείμενα. Καθόμαστε δίπλα από το μέλος που κάθε φορά απευθυνόμαστε. Σε κάθε μέλος μπορούμε να προτείνουμε να δώσει φωνή σε όποιο/ α από τα αντικείμενα θέλει. Ζητάμε να φανταστεί ότι κρατά ένα μαγικό ραβδί και μ’ αυτό μπορεί να ζωντανέψει τα αντικείμενα. Ή ζητάμε να πει μια ιστορία πάνω στο «σκηνικό» που δημιούργησε.
Αυτή η τεχνική δίνει την δυνατότητα σε όσα μέλη διατηρούν την ικανότητα λόγου να εκφραστούν λεκτικά. Για παράδειγμα μπορούμε να πούμε: «Φαντάσου ότι έχεις ένα μαγικό ραβδί και μπορείς να δώσεις ζωή στα αντικείμενα που έχεις βάλει στο δίσκο σου. Υπάρχει κάποιο που θέλεις να μιλήσει πρώτο;». Με παρόμοιο τρόπο «δουλεύουμε» στην θεραπεία Gestalt τα όνειρα.
Σε μια ομάδα με άτομα που πάσχουν από προχωρημένη άνοια υπάρχει περίπτωση η ικανότητα του λόγου σε κάποιο/α μέλη να έχει μειωθεί. Στην περίπτωση αυτή δεν επιμένουμε, δεχόμαστε την σύντομη ή μονολεκτική ή ακατανόητη σε εμάς απάντηση. Είμαστε εκεί για κάθε μέλος της ομάδας και αποδεχόμαστε το άτομο όπως είναι.
Συχνά παρατηρούμε ότι τα μέλη περιγράφουν τα αντικείμενα αναφορικά με ότι τους θυμίζει ένα ή και περισσότερα από αυτά. Για παράδειγμα, μια ανάμνηση σχετικά με τον σκύλο που είχε κάποιος στην παιδική του ηλικία στο χωριό που μεγάλωσε. Ή το άλογο που είχε ο πατέρας του. Ή μια εμπειρία που έζησε στην επαγγελματική του ζωή και αναδύθηκε από μια ανθρώπινη μινιατούρα με επαγγελματική στολή που υπάρχει στον δίσκο με την άμμο. Πολλές φορές αυτές οι αναμνήσεις στα άτομα επαναλαμβάνονται όσες φορές κι αν μιλήσουν για τα αντικείμενα που έχουν βάλει στον δίσκο. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι κάποιες φορές προσθέτουν λεπτομέρειες που δεν είχαν πει την προηγούμενη φορά.
Ταύτιση με τα αντικείμενα ή αναγνώριση των αντικειμένων.
Μέχρι εδώ η αμμοθεραπεία εστιάζει στη δημιουργική διαδικασία και στα αντικείμενα. Από εδώ και πέρα και εφόσον «δουλεύουμε» με νοητικά υγιή πληθυσμό, ενθαρρύνουμε το άτομο να συνδέσει τα αντικείμενα με τον εαυτό του. Στα πρώτα στάδια της άνοιας μπορούμε να δοκιμάσουμε την ταύτιση με τα αντικείμενα και να βοηθήσουμε τα μέλη να συνδέσουν τα αντικείμενα με τον εαυτό τους. Ζητάμε από κάθε μέλος της ομάδας να μιλήσει για τις πλευρές του εαυτού του που αντιπροσωπεύει κάποιο ή κάποια αντικείμενα που το ίδιο επιλέγει. Για παράδειγμα, μπορούμε να πούμε: «Αν ένα μέρος του εαυτού σου είναι σαν αυτό το αντικείμενο, ποιο δικό σου κομμάτι είναι αυτό; Ή «ποια πλευρά του εαυτού σου μοιάζει με αυτό το ζώο;» π.χ. με το λιοντάρι. (μπορεί να χρειαστεί να ονομάσουμε εμείς το αντικείμενο όταν το μέλος δυσκολεύεται να θυμηθεί ή μπερδεύει το αντικείμενο με κάποιο άλλο). Ή «πως φαντάζεσαι τον εαυτό σου σαν λιοντάρι; Υπάρχει κάποιο χαρακτηριστικό σ’ αυτό το ζώο που το έχεις κι εσύ;».
Πριν ή κατά την διάρκεια που κάνουμε τις παραπάνω ερωτήσεις, μπορούμε να κάνουμε μια περίληψη στο πως περιέγραψε το άτομο το αντικείμενο προηγουμένως και τι είπε γι’ αυτό. Μ’ αυτό τον τρόπο βοηθάμε το άτομο να θυμηθεί και παράλληλα να κάνει σύνδεση ανάμεσα σε χαρακτηριστικά φαινομενικά ασύνδετα με εσωτερικές πλευρές του εαυτού του.
Στην περίπτωση που τα μέλη της ομάδας βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο άνοιας, αφήνουμε την διαδικασία να εξελιχθεί παρατηρώντας και ενισχύοντας λειτουργικά κομμάτια του ατόμου. Εδώ μπορεί να χρειαστεί να αλληλεπιδράσουμε εμείς τόσο με το άτομο όσο και με τα αντικείμενα. Ή να μείνουμε απλά στην αναγνώριση και κατονομασία των αντικειμένων. Συχνά σ’ αυτό το στάδιο γίνομαι μάρτυρας της μοναδικότητας του ατόμου και της εκδήλωσή της νόσου, η οποία πραγματικά διαφέρει από άτομο σε άτομο. Για παράδειγμα, ένα μέλος της ομάδας μπορεί ν’ αρχίσει να τραγουδά ή να μιλάει μόνο του.
Αλληλεπίδραση των αντικειμένων μεταξύ τους.
Ο στόχος της διαδικασίας είναι να βοηθήσουμε το άτομο να αναγνωρίσει το εσωτερικό δυναμικό του. Να εξερευνήσει την αξία όλων των πλευρών του εαυτού. Να ανακαλύψει τρόπους με τους οποίους κάποιες πλευρές του εαυτού του μπορούν να αλληλεπιδράσουν και να συνεργαστούν με κάποιες άλλες. Στο στάδιο αυτό ενθαρρύνουμε κάθε μέλος να μετακινήσει τα αντικείμενα και να τα τοποθετήσει έτσι ώστε να δημιουργήσει ένα αρμονικότερο περιβάλλον. Προτείνουμε να τοποθετήσει τα αντικείμενα με τέτοιο τρόπο που το ένα να βοηθά το άλλο. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την ενσωμάτωση, την ισορροπία και την αποδοχή του εαυτού. Είναι η στιγμή της «Αχά» εμπειρίας.
Στα προχωρημένα στάδια δίνουμε περισσότερες οδηγίες και γινόμαστε εμείς η σκέψη και η λογική του ατόμου δίνοντας παραστατικά λόγο σε αυτό κάνουμε μέσα στον δίσκο του ατόμου. Για παράδειγμα, μπορούμε να πούμε: «Αν αφήσεις το λιοντάρι δίπλα στο αρνάκι είναι πολύ πιθανό όταν πεινάσει το λιοντάρι να φάει το αρνάκι. Μήπως να δοκιμάσεις να βάλεις κάπου αλλού το αρνάκι που να μην κινδυνεύει από το λιοντάρι;»
«Αλλαγή» – Κλείσιμο της ομάδας.
Προσανατολίζουμε ένα-ένα τα μέλη να εκφράσει ο καθένας οτιδήποτε νιώθει στο «εδώ και τώρα», τι σκέφτεται και πως του φάνηκε η διαδικασία. Μπορούμε να ρωτήσουμε: «Βλέπεις τώρα αυτό που έφτιαξες; Πως βλέπεις τον εαυτό σου τώρα; Νομίζω ότι κατάφερες πολλά πράγματα σήμερα. Χαίρομαι για σένα. Πως θέλεις να αποχαιρετήσεις το έργο σου;».
Όταν όλα τα μέλη αποχωρήσουν από τον χώρο τότε αδειάζουμε τους δίσκους και τοποθετούμε τα υλικά στη θέση τους.
Επίλογος.
Στο ταξίδι της ζωής του κάθε άνθρωπος δημιουργεί μια επίπλαστη προσωπικότητα (persona) προκειμένου να «συμφωνήσει « με τον εξωτερικό κόσμο. Συχνά σ’ αυτό το επίπλαστο πλέγμα σχέσεων μεταξύ της ατομικής συνείδησης και της κοινωνίας καταπιέζει τα συναισθήματα και τις σκέψεις του και χάνει την επαφή με τον εαυτό του, το κέντρο της ψυχής.
Επιπλέον, η αδιάκοπη δραστηριότητα, οι απαιτήσεις της καθημερινότητας, η αποσύνδεση από τραυματικά και πονετικά βιώματα, τα μηνύματα που από νωρίς ενδοβάλουμε, όπως: να απαλλαχθούμε από τα συναισθήματα, να είμαστε ορθολογιστές, να καταστέλλουμε την φαντασία συντελούν στο μπλοκάρισμα του εαυτού. Όπως αναφέρει η Amman (1993): «Όσο περισσότερο βαθιά θάβουμε αισθήματα και συναισθήματα, τόσο περισσότερο απομακρυνόμαστε από τη συνειδητή μνήμη. Μέρη του εαυτού αποξενώνονται και όλο λιγοστεύουν οι πιθανότητες να βρούμε τις λέξεις για να εκφραστούμε» (Amman, 1993).
Φτάνοντας στην τρίτη ηλικία όλο και λιγοστεύουν οι πιθανότητες να προσεγγίσουμε τον αληθινό εαυτό, ιδιαίτερα αν κατά τη διαδρομή και το ταξίδι της ζωής επιλέγουμε να ζούμε μ’ ένα προσωπείο που αποφεύγουμε να αναγνωρίσουμε. Τα πράγματα μπορεί να χειροτερεύουν με την εκφύλιση του εγκεφάλου και τις απώλειες που αντιμετωπίζουν ολοένα και περισσότεροι άνθρωπου στην τρίτη ηλικία. Ωστόσο, πάντα λίγο πριν το τέλος λένε ότι οι άνθρωποι – διαισθητικά ίσως – επιλέγουν να ζήσουν αληθινά. Μήπως αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί – ακόμα και άτομα που δήλωναν άθεοι σε όλη τους τη ζωή – δέχονται την τελευταία στιγμή να κοινωνήσουν και να εξομολογηθούν σε κάποιον κάτι που το κρατούσαν μυστικό για μεγάλο μέρος της ζωής τους;
Σαν ψυχοθεραπεύτρια έχω αναρωτηθεί πολλές φορές τι είδους ψυχοθεραπεία προσφέρω στους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας που πάσχουν από άνοια. Την απάντηση την βρήκα διαβάζοντας τα βιβλία της Kubler-Ross. Στο βιβλίο της «Μαθήματα Ζωής», λέει: «…Για πολλούς τα όνειρα της νιότης γίνονται οι απογοητεύσεις των γηρατειών, όχι τόσο επειδή η ζωή τελειώνει, αλλά επειδή τελειώνει κι αυτοί δεν έζησαν. Όμορφα γεράματα σημαίνει να μπορείς να ζήσεις σε όλο της το μεγαλείο την κάθε ημέρα και την κάθε εποχή…». Αυτός είναι και ο λόγος που αποφάσισα να δοκιμάσω έναν ακόμη τρόπο θεραπευτικής προσέγγισης όπως η αμμοθεραπεία στην «δουλειά μου» με ομάδες ατόμων που πάσχουν από άνοια. Αν κάτι μπορώ να προσφέρω σε ανθρώπους που πάσχουν από την νόσο Alzheimer και άλλες μορφές άνοιας είναι την χαρά και την δημιουργία που μπορεί να έχει το «εδώ και τώρα», ακόμη κι όταν ο ανθρώπινος εγκέφαλος παύει να έχει τις δυνατότητες που είχε. Η αμμοθεραπεία συχνά μεταφέρει το άτομο πίσω σε παιδικές αναμνήσεις. Η σύνδεση με την άμμο και τον εαυτό, με την χρήση και προσωπικών αντικειμένων, βοηθά το άτομο να επιστρέψει στο σημείο που χρειάζεται επούλωση.
«Όταν ήμασταν παιδιά η κάθε εμπειρία ήταν πλούσια με κάθε λογής μαγική δυνατότητα. Εάν μπορούσαμε να αιχμαλωτίσουμε, έστω για λίγο, ένα μικρό άγγιγμα από εκείνη την αίσθηση και παίζαμε λίγο παραπάνω, ίσως καταφέρναμε να ανακτήσουμε ένα κομμάτι της χαμένης μας αθωότητας. Ακόμη και μέσα στα γέρικά μας σώματα οι καρδιές μας μπορούν να μείνουν νέες. Δεν μπορούμε να μη γεράσουμε απ’ έξω, εάν όμως δεν πάψουμε να παίζουμε, μπορούμε να μείνουμε νέοι από μέσα» (Kubler-Ross & Kessler, 2004).
Βιβλιογραφία
Amman, R. (1993). Healing and Transformation in Sandplay: Creative Processes Become Visible. (2nd printing; W. P. Rainer, trans). LaSalle, IL: Open Court Publishing.
Boik Labovitz, B. & Goodwin, A. E. (2000). Sandplay Therapy. A Step–By–Step Manual For Psychotherapists of Diverse Orientations. W. W Norton & Company Ltd: New York, London.
Bradway, K., Signell., K. A., Spare, G. H., Stewart, C. T., Stewart, L. H. & Thompson, C. (1981). Sandplay studies: Origins, theory and practice. Boston: Sigo Press.
Bradway, K. (1990). Developmental Stages in Children’s Sand Works. In K. Bradway et al. Sandplay Studies: Origins, Theory and Practice. (2nd ed.). pp. 93-100. Sigo Press: Boston
Bradway, K. (1996). Sandplay and Sandtray. Journal of Sandplay Therapy, (5)2, p.10.
Bradway, K. (2002). Response to Glifford and Pamela Backwell-Mayes paper: The use of Sandplay in a graduate educational leadership program. Journal of Sandplay Therapy, (11)2, p.103.
Bradway, K. (2006). What is Sandplay? Journal of Sandplay therapy, (15)2, p.7.
Carroll, F., & Oaklander, V. (1997). Gestalt Play Therapy. In K. J. O’ Connor & L. M. Braverman. Play Therapy: Theory and Practice. A comparative presentation. John Wiley & Sons, Inc.
Cunningham, L. (1997). “The Therapist’s Use of Self in Sandplay: Participation Mystique and Projective Identification.” Journal of Sandplay Therapy, (Vol. 12), 121-135.
Dardavesis, Th. (2005). Epidimiologia tis anias. (Epidemiology of dementia). In M.Tsolaki, & A. Kazis. (Eds). Ania. Iatriki ke kinoniki proklisi. (Dementia. Medicine and social challenge). Thessaloniki: University Studio Press.
De Domenico, G. s. (1989). Experiential Training Level 1: Workbook Vision Quest Into Reality. 1946 Clements Rd: Oakland, CA 94602.
Dundas, E. T. (1990). Symbols Come Alive in the Sand. (2nded.). Coventure Ltd: Boston. http://www.sandplaytherapy.org
Jung, C. G. (1971). Psychological Types, Collected Works. (Vol. 6), Routledge: London.
Kubler-Ross, E., & Kessler, D. (2004). Life Lessons.(4thed.). Europubli: Athens.
Kalff, D. M. (1980). Sandplay: A Psychotherapeutic Approach to the Psyche. Sigo Press: Boston.
Kepner, J. (1987). Body Process: A Gestalt approach to working with Body in Psychotherapy. New York: Gardner Press. Site visited at :16 – 9 – 2006.
Lowenfeld, M. (1979). The World Technique. George Allen & Unwin: London.
Mackewn, J. (1997). Developing Gestalt counseling. G. B: Sage Publications Ltd.
Neef, D. (2006). Dementia with Lewy bodies: an emerging disease. American Family Physician [http://www.findarticles.com/p/articles/mi_m3225/is_7_73/ai_n1634697/print].
Oaklander, V. (1988). Windows to our children. Highland New York: Gestalt Journal Press.
Oaklander, V. (1999). Group Play Therapy from a Gestalt perspective: How to do it. How it works. Whom it is Best For. Sweeney D.S. Homeyer (eds.). San Francisco: Jossey Boss.
Perls, F., Hefferline, R.F., & Goodman, P. (1951). Gestalt Therapy: Excitement & Growth in the Human Personality. London: Souvenir Press.
Perls, F. (1969b). Gestalt Therapy Verbatim. Real People Press: Moab, UT.
Piaget, J. (1951). Play, Dreams and Imitation in Childhood. Routledge: London.
Rigopoulou, St. (2005). Diagnostika kritiria stis anies. (Diagnostic criteria of dementias). In M. Tsolaki, & A. Kazis. (Eds). Ania. Iatriki ke kinoniki proklisi. (Dementia. Medicine and Social challenge) Thessaloniki: University Studio Press.
Stevens, C. (2004). “Playing in the Sand.” British Gestalt Journal. (Vol. 13), No1, pp. 18-23.
Thompson, C. (1990). “Variation on a Theme by Lowenfeld: Sandplay in focus.” In: Bradway et al. Sandplay Studies: Origins, Theory and Practice (2nd ed.), pp. 5-20. Sigo Press: Boston.
Tsolaki, M., Fountoulakis, C., Pavlopoulos, I., Chatzi, E., & Kazis, A. (1999). Prevalence and incidence of Alzheimer’s disease and other dementing disorders in Pylea, Greece. American Journal of Alzheimer’s Disease, (Vol.14), 3, 138-148.
Tsolaki, M. (2006). Epikinonia gia ti noso Alzheimer. (Communication for Alzheimer’s disease). Elliniki Eteria nosou Alzheimer ke synafon diatarahon. (Greek Society for Alzheimer’s Disease and related disorders),25, 3, 1-12.
Van de Pol, J. (2000). How a Sandbox and a Computer may Super Supercharge Social Science. [available at: http://en.wikipedia.org/wiki/Symbolic_interactionism]. Site visited on: 31-5-2008.
Van Dyk, A. (1995). Presentation for Association for Play Therapy Conference: Transpersonal Sandplay. [available at: http://www.sandplay.net/fulltext.htm]. Site visited on: 7-8-2008.
Weinrib, E. L. (1983). Images of the Self. The Sandplay Therapy Process. Sigo Press: Boston.
Yontef, G. M., & Simkins, J. S. (1981). Gestalt therapy an introduction. [http://www.behaviour.net/gestalt.html]. Site visited at: 18-11-2006.
Zinker, J. (1977). Creative Process in Gestalt Therapy. New York: Brunner & Mazel..
(Σιαμπάνη, Κ. (2010). Εικαστική Θεραπεία στην άνοια. Στο Μ. Τσολάκη & Φ. Κουντή. Εφαρμοσμένα Θέματα Παθολογικού Γήρατος. Θεσσαλονίκη: Ελληνική Εταιρεία Νόσου Alzheimer και Συγγενών Διαταραχών; 137-151).
Η Εικαστική θεραπεία είναι μια μορφή ψυχοθεραπείας κατά την οποία χρησιμοποιούμε το δημιούργημα και τη δημιουργικότητα του θεραπευόμενου με σκοπό να αυξήσουμε τη συναισθηματική έκφραση και ευεξία του. Σκοπός του θεραπευτή μέσω της τέχνης είναι να διαμορφώσει με το θεραπευόμενο μια σχέση όπου θα αναπτυχθεί εμπιστοσύνη, ο θεραπευόμενος θα νιώσει ασφάλεια και θα δημιουργηθούν συναισθήματα τα οποία ο θεραπευόμενος θα ενθαρρυνθεί να τα εκφράσει. Αυτή η διαδικασία είναι που αλλάζει τις εικόνες. Που δίνει νόημα και ζωή στις εικόνες. Εικόνες που ήταν συγκεχυμένες, κρυμμένες εμφανίζονται έξω – παίρνουν μορφή πάνω στο χαρτί – μαρτυρώντας στο θεραπευόμενο ότι έχει συναισθήματα τα οποία δεν μπορεί πια να αποφύγει, αλλά μπορεί να μιλήσει γι’ αυτά και να τα αποχωριστεί. Καταπιεσμένα συναισθήματα που φαίνονταν πολύ δύσκολο και οδυνηρό να εκφραστούν και να αντιμετωπιστούν, γίνονται προσιτά και ελέγξιμα καθώς ο θεραπευόμενος δίνει μορφή σ’ αυτό που βρίσκεται «εκεί έξω», στην εικόνα, μέσα στο πλαίσιο του πίνακα που δημιούργησε ο ίδιος1. Η θεραπεία μέσω της τέχνης συνδυάζει παραδοσιακές ψυχοθεραπευτικές θεωρίες και τεχνικές μαζί με εξειδικευμένες γνώσεις που αφορούν τις ψυχολογικές πλευρές της δημιουργικής διαδικασίας και ιδιαίτερα την επίδραση των υλικών των διαφόρων μορφών τέχνης στον άνθρωπο. Επιπλέον, χρησιμοποιείται σε πολλά διαφορετικά κλινικά πλαίσια από τη μια πλευρά και από την άλλη είναι παρούσα σε μη-κλινικά πλαίσια, όπως σε καλλιτεχνικά εργαστήρια και εκπαιδευτικά προγράμματα που εστιάζουν στην ανάπτυξη της δημιουργικότητας.
Σύμφωνα με την AATA (American Art Therapy Association), η θεραπεία μέσω της τέχνης βασίζεται στην πίστη ότι η δημιουργική διαδικασία που ασχολείται με τη δημιουργία τέχνης είναι θεραπευτική και βελτιώνει την ανθρώπινη ζωή. Μέσα από τη διαδικασία της δημιουργίας ενός έργου και τη δυνατότητα που δίνεται στον θεραπευόμενο να μιλήσει για το δημιούργημά του με τον θεραπευτή, ο θεραπευόμενος μπορεί να αυξήσει την επίγνωση του εαυτού, να αντιμετωπίσει τα συμπτώματα της ασθένειας, να διαχειριστεί το άγχος, να επουλώσει τραυματικές εμπειρίες, να αυξήσει τις γνωστικές ικανότητες, να απολαύσει την ικανότητα του να δημιουργεί και να χαίρεται τη θετική πλευρά της ζωής. Για τους παραπάνω λόγους η θεραπεία μέσω της τέχνης μπορεί να εφαρμοστεί σε παιδιά, εφήβους, ενήλικες και σε ηλικιωμένους και να προσφέρει βοήθεια σε ατομικό επίπεδο, σε ζευγάρια, οικογένειες, ομάδες και κοινότητες2.
Η θεραπεία μέσω της τέχνης μπορεί να χωριστεί σε γενική και ειδική θεραπευτική προσέγγιση. Τέχνη και δημιουργικότητα έχουν μια θετική επίδραση στον ανθρώπινο οργανισμό, σαν ολότητα, και αυτή είναι η γενική θεραπευτική προσέγγιση3. Πολύ συχνά ψυχαγωγικές δραστηριότητες βασίζονται στην τέχνη όπως στη μουσική, στο χορό, στο θέατρο, στη ζωγραφική. Ταυτόχρονα, όταν οι δραστηριότητες αυτές εστιάζουν στη δημιουργική διαδικασία μέσα από τις διάφορες μορφές τέχνης συντελούν στο να επαναδημιουργούμε τον εαυτό μας, π.χ. η τέχνη επιδρά στο δεξιό ημισφαίριο του εγκεφάλου μας το οποίο εκτός του είναι το δημιουργικό κομμάτι, επίσης είναι και το πνευματικό κομμάτι μας και ονομάζεται κατάσταση Alfa. Όταν αρρωσταίνουμε ο οργανισμός μας χρειάζεται ξεκούραση –έτσι αυτόματα πηγαίνει στην Alfa κατάσταση η οποία μας βοηθά να αναζωογονηθούμε4.
Αυτή η εικόνα μας μεταφέρει στη δεύτερη, την ειδική θεραπευτική προσέγγιση που περιέχει η θεραπεία μέσω της τέχνης. Αυτό που κάνουμε είναι να χρησιμοποιούμε όλη την παραπάνω γνώση και να τη συνδυάζουμε με τεχνικές που οδηγούν στην πνευματική αναζωογόνηση, δηλ. να φέρνουμε τον εγκέφαλο στην κατάσταση Alfa, που περιλαμβάνει: χαλάρωση, ροή, περισσότερη ανοσία, ζωντάνια και ενέργεια5. Επειδή η θεραπεία μέσω της τέχνης χρησιμοποιεί τη διαδικασία της δημιουργίας για να βοηθήσει τους ανθρώπους να ανακαλύψουν και να εκφράσουν τα συναισθήματα τους, η δραστηριότητα αναλαμβάνεται κατά κύριο λόγο, για τις θεραπευτικές της ωφέλειες, παρά για το δημιούργημα και το αποτέλεσμα. Στην πραγματικότητα το δημιούργημα ίσως ποτέ να μην εμφανιστεί σε άλλους έξω από τη θεραπευτική ομάδα και συνεδρία. Εφόσον όμως η εικόνα υπάρχει «εκεί έξω», στον κόσμο, διαδρά και επηρεάζει τον δημιουργό.
Στην περίπτωση των ατόμων που πάσχουν από νόσο Alzheimer (NA) ή άλλη μορφή άνοιας η θεραπεία μέσω των εικαστικών (ζωγραφική, κολάζ, πηλός) μπορεί να τα βοηθήσει να εκφράσουν οδυνηρά συναισθήματα που βιώνουν κατά την εξέλιξη της νόσου, όπως φόβο, άγχος, θλίψη, θυμό, και ταυτόχρονα να αποκτήσουν σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους και ακόμα περισσότερο να διατηρήσουν σχέσεις με τους σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή τους και με τον εαυτό τους. Το να φτιάξουν κάτι που θα το δουν οι άλλοι αποδεικνύει την εμπειρία τους και την ύπαρξή τους. Επιπλέον, η τέχνη του να φτιάξει κάποιος ένα έργο «πυροδοτεί» εσωτερική ενέργεια και ζωντάνια που συντελεί στη σωματική, συναισθηματική και πνευματική θεραπεία.
Πολλές φορές η εικόνα μέσω της εικαστικής τέχνης ερμηνεύει τον εαυτό της στον ίδιο της τον δημιουργό1. Μιλώντας για την εικόνα που δημιούργησε ο θεραπευόμενος μαθαίνει με διαφορετικούς τρόπους και το αμετάβλητο και το συζητήσιμο νόημα της. Ο θεραπευόμενος είναι ο δημιουργός της εικόνας και ξέρει ότι εκεί είναι η ιστορία της ζωής του, ο πόνος, ο θυμός, το άγχος, ο φόβος, η χαρά και η ικανοποίηση και από την στιγμή που δημιουργεί το έργο παίρνει και την ευθύνη του. Ακόμα κι αν περάσει καιρός μέχρι να αφομοιώσει το αίσθημα ή και ακόμα κι αν δεν μιλήσει ποτέ γι’ αυτό υπάρχει αυτή η σύντομη στιγμή που κάτι δικό του βγήκε στην επιφάνεια. Επιπλέον, για ανθρώπους που δεν έχουν την ικανότητα ή δεν είναι έτοιμοι να τολμήσουν να δημιουργήσουν ένα έργο μέσα απ’ οποιαδήποτε μορφή τέχνης το να πάνε σ’ ένα Μουσείο ή να δούνε έργα τέχνης μέσα από βιβλία, μπορεί να είναι επίσης θεραπευτικό. Ακόμα και το απλό κοίταγμα έργων τέχνης αναζωογονεί το πνεύμα και βοηθά στην χαλάρωση7.
Για παράδειγμα, το Bruce’s program είναι ένα πρόγραμμα που σκέφτηκε η Alice Krause7, ενώ φρόντιζε τη μητέρα της που έπασχε από NA. Καθώς η ασθένεια προχωρούσε η λεκτική επικοινωνία γινόταν όλο και πιο δύσκολη. Οι συζητήσεις μητέρας και κόρης είχαν περιοριστεί σε πολύ βασικά πράγματα όπως ο καιρός, το φαγητό και «αποτυπώματα» παλιών στιγμών που συχνά επαναλαμβάνονταν. <<Είχε καταντήσει βαρετό και για τις δυο μας>>, αναφέρει η Krause. Κάποια μέρα η Krause αποφάσισε να δοκιμάσει κάτι καινούργιο. Σε μια από τις επισκέψεις της στο Bruce Museum πήρε μαζί της έναν κατάλογο με έργα που εκτίθονταν στο Μουσείο. Γυρίζοντας στο σπίτι άρχισε να μιλάει στη μητέρα της για τις εικόνες που υπήρχαν στον κατάλογο, ακριβώς όπως έκανε και με τα σχολικά γκρουπ. Η Krause διάλεγε εικόνες που είχαν ιστορίες που ήταν εύκολο να τις δεις και ύστερα συζητούσε με την μητέρα της για τις ιστορίες αυτές. Όπως λέει η Krause <<αυτό ήταν διασκεδαστικό και για τις δυο μας>>. H μητέρα της ήταν περισσότερο επικοινωνιακή και έμαθε η ίδια ιστορίες από τη ζωή της μητέρας της μέσα από τις διηγήσεις καθώς και τον τρόπο που έβλεπε τα πράγματα7. Ο John Zeisel, ο ιδρυτής του Artists for Alzheimer’s βοήθησε το προσωπικό του Museum of Modern Art της Νέας Υόρκης να δημιουργήσει ένα πρόγραμμα για ασθενείς με άνοια. Ο Zeisel υποστηρίζει πως η «εξέταση» ενός έργου τέχνης είναι θεραπευτική για τους ασθενείς με NA ή άλλη μορφή άνοιας, γιατί απασχολούνται και βγαίνουν από την αδράνεια μέρη του εγκεφάλου που ακόμα είναι λειτουργικά, χωρίς να πιέζονται μέρη του εγκεφάλου που δεν είναι πλέον λειτουργικά. Επιπλέον, καθώς οι ασθενείς εμπλέκονται στη διαδικασία νιώθουν αυτοεκτίμηση και αυτοσεβασμό. Έχουν αξιοπρέπεια και είναι σαν να παίρνουν πίσω την προσωπικότητά τους6.
Η Shaw Gina αναφέρει τη Margaret Sewell, ψυχίατρο στο Mount Sinai School of Medicine της Νέας Υόρκης, η οποία υποστηρίζει ότι το πρόγραμμα επισκέψεων σε Μουσεία φαίνεται να βελτιώνει τα συμπεριφορικά συμπτώματα σε αρκετούς ασθενείς. Παρατηρεί πως συχνά οι πίνακες ζωγραφικής ξυπνούν παλιές μνήμες –στους ασθενείς στα μεσαία και σοβαρά στάδια της νόσου- όπως: πώς ήταν παιδιά και πώς ήταν νέοι. Για παράδειγμα, αναφέρει μια ασθενή σε σοβαρό στάδιο της ΝΑ η οποία μπορεί να μη θυμόταν τι έφαγε για πρωινό, ή το όνομά σου, αλλά συχνά ανακαλούσε την ημέρα του γάμου της ή τα φαγητά της μητέρας της με αρκετές λεπτομέρειες7.
Παρόλα αυτά, και ενώ οι άνθρωποι από πολύ παλιά, εξέφραζαν τα συναισθήματά τους μέσω της τέχνης, η θεραπεία μέσω της τέχνης σαν επάγγελμα υφίσταται για ένα σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Η θεραπεία μέσω της τέχνης ενσωματώνεται στην ψυχολογία όπου χρησιμοποιεί την τέχνη σαν το μέσο που αποκαλύπτει κρυμμένα συναισθήματα καθώς και σε συνδυασμό με σωματική θεραπεία. Η χρησιμοποίηση της τέχνης βοηθά στο κτίσιμο της αυτοπεποίθησης, της αυτοεκτίμησης και στη φυσιολογική αποκατάσταση3. Επίσης, η θεραπεία μέσω της τέχνης όλο και συχνότερα γίνεται ζωτικό κομμάτι των δραστηριοτήτων που προσφέρονται σε πολλά νοσοκομειακά ιδρύματα, σε μονάδες μακροπρόθεσμης φροντίδας υγείας και σε άσυλα ανιάτων. Οι ψυχολόγοι που ασχολούνται με παιδιά και οι οικογενειακοί θεραπευτές συχνά χρησιμοποιούν την τέχνη ως μέσον θεραπείας γιατί τα παιδιά δυσκολεύονται περισσότερο από άλλες πληθυσμιακές ομάδες να εκφράσουν λεκτικά τα συναισθήματά τους3. Στην κλινική μου εμπειρία παρατηρώ να συμβαίνει κάτι παρόμοιο και στα άτομα που πάσχουν από ΝΑ ή άλλη μορφή άνοιας, ιδιαίτερα στα προχωρημένα στάδια όπου οι ασθενείς χάνουν σταδιακά την ικανότητά τους να εκφραστούν λεκτικά.
Σύμφωνα με την Patricia Nowel Hall, η μεγαλύτερη θεραπευτική δύναμη βρίσκεται πέρα από τις λέξεις, επισημαίνοντας ότι ο καλύτερος τρόπος για να καταλάβεις την θεραπεία μέσω των εικαστικών είναι ίσως να τη βιώσεις. Η θεραπεία μέσω των εικαστικών προσφέρει έναν τρόπο εξερεύνησης και έκφρασης περιοχών του εαυτού μας που βρίσκονται πέρα από εκεί που φτάνουν οι λέξεις και μπορεί να φτιάξει μια γέφυρα ανάμεσα στον εσωτερικό και στον εξωτερικό κόσμο και να οδηγήσει σε μια μεγαλύτερη ολοκλήρωση μεταξύ τους. Στην πράξη, οι πλέον αρμόδιοι να κρίνουν την αποτελεσματικότητα της θεραπείας μέσω της τέχνης και οι μόνοι που μπορούν να την κατανοήσουν πραγματικά είναι εκείνοι που την έχουν βιώσει άμεσα8. Ο Jung, ο οποίος ασχολήθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό με την δύναμη που έχει η δημιουργικότητα και η τέχνη στην έκφραση του ασυνείδητου, πίστευε πως: «…εκείνο που χρειάζεται να κάνουμε δεν είναι να μάθουμε απλά την αλήθεια, αλλά να τη βιώσουμε. Όχι να αποκτήσουμε μια νοητική αντίληψη των πραγμάτων, αλλά να βρούμε τρόπο να φτάσουμε στον εσωτερικό μας κόσμο και σε μια εμπειρία χωρίς λέξεις και λογική …τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από το να βρούμε το δρόμο γι’ αυτούς τους μακρινούς στόχους»9. Ο Silver, που διέκρινε τη σημασία των εικαστικών θεραπευτικών παρεμβάσεων ιδιαίτερα σε περιπτώσεις έκπτωσης των γνωστικών λειτουργιών, ανέπτυξε σχέδια που σκοπό έχουν να ερεθίσουν τις αισθήσεις, βασισμένα στον συλλογισμό πως τα σχέδια μπορούν να είναι μια μορφή γλώσσας για τη γνώση, παραλληλίζοντάς τα με την ομιλία10.
Επιπλέον, η Del Giacco ανέπτυξε μια δική της εικαστική θεραπευτική προσέγγιση, διαφορετική ως προς την παραδοσιακή θεραπεία της τέχνης, γνωστή σαν Neuro – art therapy και αυτό γιατί βασίζεται σε πρόσφατα ευρήματα ερευνών γύρω από τον εγκέφαλο και εστιάζει σε εικαστικές παρεμβάσεις που στοχεύουν στην ανάπτυξη του μυαλού. Η Del Giacco προτείνει πως ο εγκέφαλος είτε τραυματιστεί σε ατύχημα, είτε προσβληθεί από κάποια νόσο, μπορεί να επανέλθει ακόμα και στη φυσιολογική του κατάσταση μέσω πολύ-αισθητηριακών προγραμμάτων που χρησιμοποιούν την τέχνη και τη δημιουργία τέχνης σαν οπτικά και ενστικτώδη ερεθίσματα11. Μια πολύ αισιόδοξη προσέγγιση που αναζωπυρώνει την ελπίδα για την ανάκτηση αυτών που στο παρελθόν φαίνονταν μη ανακτήσιμα σε ότι αφορά την προσοχή, τη συνείδηση και την μνήμη.
Ψυχοθεραπεία Gestalt και Art therapy:
Οι θεραπευτές που δουλεύουν με ασθενείς που πάσχουν από ΝΑ ή οποιαδήποτε άλλη άνοια επιδιώκουν να προσφέρουν δραστηριότητες που επιτυγχάνουν να αντισταθμίσουν τις απώλειες που βιώνουν αυτοί οι ασθενείς12. Σαν Gestalt θεραπεύτρια ήταν πολύ φυσικό να επιδιώξω να ενσωματώσω δραστηριότητες σχετικές με την τέχνη, καθώς και την εκπαίδευσή μου στην Εικαστική θεραπεία, στην εργασία μου με άτομα που πάσχουν από άνοια. Άλλωστε και οι ιδρυτές της ψυχοθεραπείας Gestalt χρησιμοποίησαν την τέχνη και τη δημιουργικότητα με διάφορους τρόπους.
Ο ιδρυτής της θεραπείας Gestalt, Fritz Perls (1948), σ’ ένα πρώιμο άρθρο του περιγράφει τη δουλειά του μ’ ένα γλύπτη, ο οποίος τον αναζήτησε λόγω δύο κρίσιμων διαταραχών που αντιμετώπιζε. Ο Perls, «άφησε» προσωρινά στην άκρη τη λεκτική έκφραση και πρότεινε στον καλλιτέχνη να εκφράσει τα προβλήματά του μέσα από την τέχνη του, δηλαδή σμιλεύοντάς τα. Αυτοί οι τρόποι έκφρασης σ’ ένα μη λεκτικό επίπεδο του επέτρεψαν να εισάγει τομείς που ήταν κλειστοί από ένα μέχρι τότε αποκλειστικά λεκτικό επίπεδο έκφρασης13. Η κουλτούρα και τα ενδιαφέροντα του Fritz και της Laura Perls ήταν τέτοια που δεν πρέπει να μας εκπλήσσει που οι ιδρυτές της ψυχοθεραπείας Gestalt δραστηριοποιήθηκαν και εμπνεύστηκαν από τη δημιουργική έκφραση διαμέσου της αφθονίας των μέσων μαζικής επικοινωνίας και των υλικών. Ο Perls λάτρευε το θέατρο και είχε πάρει μέρος σε έργα σκηνοθετημένα από τον Max Reinhard. Επίσης, πήρε στοιχεία από το ψυχόδραμα του Moreno στη νέα του ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Τόσο ο Fritz, όσο και η Laura Perls επηρεάστηκαν βαθιά από τον Γερμανικό Εξπρεσιονισμό και την μοντέρνα Λογοτεχνία14.
Ο Εξπρεσιονισμός παρουσίαζε μια αντίδραση στο παλιό, στα παρωχημένα πρότυπα και μια νέα πίστη στην πρόοδο. Οι καταστροφές που έφερε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και η καταστροφή της ανθρωπότητας ήταν πολύ παρούσες και πολύ πρόσφατες. Εξπρεσιονιστές (για παράδειγμα, ζωγράφοι και καλλιτέχνες, όπως ο Van Gogh, ο Toulouse-Lautrec, ο Munch και ο Otto Dix, ο οποίος παρεμπιπτόντως ζωγράφισε το πορτραίτο του Fritz Perls) προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα νέο όραμα της ανθρώπινης ύπαρξης που καθορίζονταν από την κοινωνική υπευθυνότητα και την συμπόνια (compassion). Η δημιουργική τέχνη ειδώθηκε σαν εξελισσόμενη από την άμεση εσωτερική έκφραση και τα συναισθηματικά δυναμικά. Τα βασικά θέματα του εξπρεσιονισμού ήταν τα συναισθήματα, η έμπνευση, η φαντασία και η υποκειμενικότητα, θέματα που συνεχίζουν να υπάρχουν στην ψυχοθεραπεία Gestalt15.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα και σε μεγάλη ηλικία η Laura Perls έπαιζε πιάνο. Παράλληλα διατηρούσε ακμαίο το ενδιαφέρον της για το μοντέρνο χορό. Ο Perls (1989) περιέγραψε το ενδιαφέρον που είχε ολόκληρη τη ζωή της η Laura για την Παγκόσμια Λογοτεχνία, με τον ακόλουθο τρόπο: «απέκτησε περισσότερη διορατικότητα και πλούτο σκέψεων χάρη σ’ αυτή, μια καλύτερη αίσθηση αξιών και μεγαλύτερη συνειδητοποίηση των δυνατοτήτων να ανταπεξέρχεται, απ’ ό,τι με την μελέτη βιβλίων και άρθρων ψυχολογίας ή ακόμη και από την προσωπική της ψυχανάλυση16. Η Laura Perls ενθάρρυνε την εφαρμογή των πιο ποικίλων τεχνικών υπό την προϋπόθεση ότι ο ψυχοθεραπευτής Gestalt εργάζεται με τις αρχές της θεραπείας Gestalt: υπαρξιακά, φαινομενολογικά, βιωματικά και πειραματικά. Αρκεί η εφαρμογή τους να βασίζεται στα προσωπικά και επαγγελματικά προσόντα του θεραπευτή. Ένας ακόμη από τους ιδρυτές της ψυχοθεραπείας Gestalt, o Paul Goodman, επιζητούσε την αναγνώριση σαν ο άνθρωπος των επιστολών. Εξέφραζε τη δημιουργικότητά του όχι μόνο σαν συγγραφέας σύντομων ιστοριών, θεατρικών έργων, νουβελών και ποιημάτων, αλλά επιπλέον σαν φιλόσοφος και κοινωνικός κριτικός, τομείς στους οποίους ήταν και ευρύτατα γνωστός. Το λογοτεχνικό του στυλ είναι προφανές ότι επηρέασε το θεωρητικό μέρος του έργου, «Η Θεραπεία Gestalt» που συνέγραψαν οι Perls, Hefferline & Goodman17.Ο Goodman σύστησε τον Fritz και την Laura Perls στους ιδρυτές του θρυλικού “Living Theatre” στη Νέα Υόρκη, Judith Malina και Julian Beck18. Η εμπλοκή του Goodman στο «Living Theatre» περιελάμβανε το γράψιμο θεατρικών έργων και τις «communitas», πλευρές του σχεδίου όπου έβλεπε την τέχνη σαν μέθοδο ανάπτυξης των κοινωνικών αξιών19.
Καθώς η θεραπεία Gestalt άρχισε να εδραιώνεται στις Ηνωμένες Πολιτείες, αρκετοί θεραπευτές Gestalt ενσωματώνουν στη δουλειά τους διάφορες μορφές τέχνης. Όπως η Rhyne (1973a, 1973b), η οποία συνδυάζει τα προσόντα της σαν καλλιτέχνης, ανθρωπολόγος και ψυχολόγος και δημιουργεί τον όρο “Gestalt Art Experience”, για να περιγράψει τη μέθοδο της δουλειά της20,21,22. Η προσέγγιση της Rhyne, δίνει κατευθυντήριες οδηγίες για την χρήση των υλικών της τέχνης, για να ανακαλύψουμε και να εξερευνήσουμε τις ατομικές και μοναδικές ιδιότητες, τόσο τις δικές μας όσο και των άλλων. Ταυτόχρονα κινητοποιεί, διευρύνοντας τα όρια της αντίληψης, διαμέσου της δημιουργίας μορφών με υλικά της τέχνης. Επίσης, μας βοηθά να μάθουμε να καταλαβαίνουμε τα όποια οπτικά μηνύματα περιέχουν αυτές οι μορφές. Αντίθετα με τους προηγούμενους συγγραφείς που έγραψαν για την Gestalt Art therapy και οι οποίοι εστίαζαν στο αποτέλεσμα η Rhyne έδωσε έμφαση στη διαδικασία. Η καλλιτεχνική ικανότητα και τα μέσα χρησιμεύουν σαν μια γέφυρα ανάμεσα στον εσωτερικό και τον εξωτερικό κόσμο του ατόμου. Οι μορφές που διαμορφώνονται είναι μηνύματα που υποστηρίζουν τις δυνατότητες της ανθρώπινης έκφρασης, τις λειτουργίες της επαφής και τις στρατηγικές επίλυσης προβλημάτων. Η ύψιστη «διάσταση» του Θεραπευτή Gestalt στη Gestalt Art Experience είναι η δεξιότητα του στη μεταβίβαση των insights και των συνειδητοποιήσεων ολόκληρης της διαδικασίας πάνω στον τρόπο που ο θεραπευόμενος δομεί και βιώνει τη ζωή του και τις σχέσεις του. Η Rhyne, ήταν πεπεισμένη ότι οι αναμνήσεις μέσω των αισθήσεων μπορούν αποτελεσματικότερα να ενεργοποιηθούν με το μη λεκτικό αισθητηριακό βίωμα. Για παράδειγμα, με την κίνηση και τη σωματική επίγνωση και με τη χρήση υλικών τέχνης, από το να «εμμένουμε» σ’ ένα αμιγώς λεκτικό επίπεδο21,22.
Εξάλλου, ο Zinker (1974), θεωρεί την ίδια τη θεραπεία Gestalt ως μια δημιουργική διαδικασία, συνοψίζοντας τη θέση του με το βασικό αξίωμα ότι: «η θεραπεία Gestalt δίνει το ελεύθερο να είσαι δημιουργικός»23. Με τρόπο «ερεθιστικό» και παιχνιδιάρικο, προειδοποιεί επανειλημμένα τους ψυχοθεραπευτές για τις παγίδες της χρήσης στερεότυπων, μηχανιστικών ασκήσεων με τους πελάτες τους. Επιπλέον, υπογραμμίζει ότι θεραπευτές που πειραματίζονται δημιουργικά είναι τα «μέσα» για να έρθει ο θεραπευόμενος κοντά στην άγνωστη σφαίρα της προσωπικότητάς του 24,25. Ο τρόπος που εργάζεται ο Zinker με τα όνειρα σαν θέατρο είναι πασίγνωστος, όπως και τα εργαστήριά του Gestalt art με μουσική και χρήση υλικών τέχνης. Ο Zinker, τονίζει ότι η θεραπευτική και δημιουργική διαδικασία συνδέονται στα επίπεδα της μετατροπής, της μεταμόρφωσης και τη αλλαγής23. Σύμφωνα με τον Zinker (1977), ο σκοπός της θεραπευτικής διαδικασίας είναι η συγχώνευση και ο συμβολισμός της εσωτερικής ζωής του ατόμου, εκφράζοντας πλευρές της μ’ ένα ευρύ φάσμα μέσων και εξερευνώντας την πλήρως. Χαρακτηριστικά αναφέρει: « Για μένα το να κάνεις θεραπεία είναι σαν να κάνεις τέχνη. Το «μέσο» είναι η ανθρώπινη ζωή. Είτε το δέχεστε, είτε όχι, ο αποτελεσματικός θεραπευτής διαμορφώνει ζωές. Πολύ συχνά ο θεραπευτής δεν είναι ειλικρινής σχετικά με την ισχυρή επιρροή του στους άλλους και απρόθυμος να αναλάβει την ευθύνη της συμπεριφοράς του»25. Κάνοντάς το αυτό, ο δημιουργικός θεραπευτής βλέπει το άτομο σαν πολυσύνθετη ολότητα, όπως ακριβώς θα έκανε ένας χορογράφος, ένας θεατρικός συγγραφέας ή ένας οραματιστής. «Ο δημιουργικός θεραπευτής προσφέρει ένα κοινωνικό περίγυρο, την πυκνή, πλούσια ατμόσφαιρα μέσα στην οποία το άτομο μπορεί να συνειδητοποιήσει πλήρως την αξιοπρέπειά του»25.
Μια ακόμη σημαντική συνεισφορά στη θεραπευτική προσέγγιση Gestalt και κυρίως στην εργασία με παιδιά και εφήβους με τη χρήση υλικών τέχνης, είναι αυτή της Violet Oaklander. Χρησιμοποιεί δημιουργικά μέσα έκφρασης στη δουλειά της σαν Gestalt θεραπεύτρια, προκειμένου να διευκολύνει τους θεραπευόμενούς της να επιτύχουν καλύτερη συνείδηση τους εαυτού τους και να έχουν μια πλήρη εμπειρία του «εδώ και τώρα» της ύπαρξης και του βιώματός τους. Στην εργασία της εστιάζει στο τι κάνει το άτομο στη ζωή του, πως το κάνει και στις συνέπειες της συμπεριφοράς του26.
Η ιδέα της Oaklander βασίζεται στη θεωρητική υπόθεση ότι τα παιδιά που διαπνέονται από φαντασία έχουν υψηλότερο Δείκτη Νοημοσύνης και είναι περισσότερο ικανά να επιλύουν και να αντιμετωπίζουν προβλήματα. Ενθαρρύνει την φαντασία σαν μέσο αύξησης της ικανότητας των παιδιών να μάθουν και να επιλύουν τα προβλήματα με τα οποία έρχονται αντιμέτωπα. Η δεύτερη υπόθεσή της είναι ο παραλληλισμός που κάνει ανάμεσα στη φαντασία και τη ζωή σαν διαδικασίες. Ένα σημαντικό κομμάτι του θεραπευτικού έργου είναι το καθρέπτισμα της διαδικασίας της καλλιτεχνικής δημιουργίας καθώς και των πλευρών της προσωπικότητας που προβάλλονται και των ταυτίσεων με το δημιούργημα της καλλιτεχνικής προσπάθειας. Ένας από τους κυριότερους στόχους για το θεραπευόμενο είναι να «εγκαταστήσει» την καλλιτεχνική έκφραση μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της ζωής του και εκτός της θεραπείας του27.
Ζωτικής σημασίας είναι η έννοια της φαινομενολογίας, στην οποία η Oaklander παραμένει πιστή. Ο ψυχοθεραπευτής, κατά τη γνώμη της, πρέπει να ξεκινήσει από το παιδί, οπουδήποτε κι αν βρίσκεται αυτό ή αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή. Πρέπει να σεβαστεί τις ανάγκες και τις άμυνες του παιδιού, να μπει στον κόσμο του θεραπευόμενου ήπια και να καταπιαστεί με τα προβλήματά του στο τώρα. Χαρακτηριστικό της δουλειάς της είναι ο βαθύς σεβασμός για τις διάφορες μορφές αντίστασης που οι θεραπευόμενοι εμφανίζουν όταν τους αναλαμβάνει. Μελετά κάθε μια από τις ποικίλες τεχνικές που εφαρμόζει, ώστε να είναι «καταλύτες» μέσα στο πλαίσιο της δημιουργικής, θεραπευτικής διαδικασίας και όχι τα «μέσα» για ένα τέλος. Επειδή κάθε παιδί και κάθε κατάσταση είναι διαφορετική, κάθε συνεδρία θα έχει ένα διαφορετικό και απρόβλεπτο αποτέλεσμα αν ο θεραπευτής μπορέσει να μείνει στη διαδικασία. Αυτό σημαίνει ότι και ο θεραπευτής αναπτύσσεται μαζί με τον θεραπευόμενο και «επιτρέπει» τη δημιουργική διαδικασία να ξεδιπλωθεί27.
Αν εδώ σκεφτούμε τα άτομα που πάσχουν από άνοια και που συχνά στη μνήμη τους φέρνουν κυρίως τα παιδικά βιώματα τους, λόγω των απωλειών της πρόσφατης μνήμης, μπορούμε να καταλάβουμε το νόημα και τη σημασία που μπορεί να έχει ο δημιουργικός θεραπευτής που αναλαμβάνει να εργαστεί με αυτά τα άτομα. Η κλινική μου εμπειρία μου έδειξε πως συχνά η κούραση από τις συχνές επαναλήψεις των ατόμων που πάσχουν από άνοια, χρειάζεται μια τέτοια διαχείριση που αν μη τι άλλο να μπορώ να συνεχίσω να είμαι αποτελεσματική. Αυτός είναι ένας από τους σημαντικούς λόγους που «δοκιμάζω», πειραματίζομαι και ενσωματώνω σαν Gestalt θεραπεύτρια και άλλες προσεγγίσεις στις οποίες αναφέρομαι στην παρούσα εργασία. Παράλληλα, ενσωματώνω κάθε ενδιαφέρον μου για τέχνες με τις οποίες ασχολήθηκα στο παρελθόν ή και συνεχίζω να ασχολούμαι, για παράδειγμα, τη ζωγραφική, το κολάζ, τη μουσική, την ποίηση, τον πηλό, τις κατασκευές, κ.α. Άλλωστε, η Oaklander συνιστά την ανάπτυξη ενός προσωπικού θεραπευτικού στυλ στους θεραπευτές, περιλαμβάνοντας τις προτιμήσεις για υλικά και ενσωματώνοντας τις επιστημονικές και τις καλλιτεχνικές ικανότητές μας. Καθώς βλέπει την ψυχοθεραπεία και σαν τέχνη, πιστεύει ότι κάθε ψυχοθεραπευτής χρειάζεται να βρει και ν’ ακολουθήσει το δικό του «μονοπάτι», συνδέοντας τις τεχνικές του, τη γνώση και την εμπειρία του με την διαίσθηση και τις δημιουργικές του ενορμήσεις. Διαφορετικά είναι απίθανο να συμβεί κάτι δημιουργικό στη θεραπευτική διαδικασία27.
Τέλος, σημαντική συμβολή στη χρήση της τέχνης στη θεραπεία Gestalt αποτελεί η Gestalt Art θεραπεία της Rapp (1980), η οποία ξεκάθαρα εστιάζει στην αναζήτηση του εαυτού στα μέλη των ομάδων που συντονίζει. Επιτεύγματα, ταλέντο και καλλιτεχνική παραγωγικότητα δε σχετίζονται με αυτή τη διαδικασία. Αυτό που έχει σημασία είναι η υπαρξιακή προοπτική. Αυτή η προοπτική προϋποθέτει ότι οι συμμετέχοντες παίρνουν την ευθύνη του εαυτού τους, μένουν στο «Εδώ και Τώρα» της διαδικασίας και εξερευνούν τη σχέση τους με το περιβάλλον (υλικά). Η διαδικασία περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα πειραμάτων, με τη χρήση διαφόρων υλικών (πηλός, πλαστελίνες, σύρματα, πέτρες, κ.λ.π.)28. Η Rapp υπογραμμίζει ότι: «η δημιουργική διαδικασία συχνά ξυπνά στη μνήμη φόβους, όπως αυτούς για το άγνωστο, το να παίρνεις ρίσκο, να αναλαμβάνεις νέες θέσεις, να αντιμετωπίζεις ένα απροσδόκητο ατύχημα. Με λίγα λόγια, όλες τις ενδοβολές που εμποδίζουν την ανάπτυξη του ατόμου, την εξέλιξη και την επαφή του με τον ενθουσιασμό»28.
Στη Gestalt Art θεραπεία υπογραμμίζεται η μοναδικότητα του κάθε ατόμου. Το δημιούργημα αντιμετωπίζεται σαν ένα σύμβολο με προσωπικό νόημα και ως μέσον επικοινωνίας. Κατά συνέπεια, η δημιουργική εξέλιξη είναι υγεία, η οποία μπορεί να συντελείται όταν η επικοινωνία του ατόμου με το περιβάλλον είναι μια διαδικασία γεμάτη νόημα. Η φαινομενολογική προοπτική επίσης, αναφέρεται στο χειροπιαστό (αισθητό με την αφή) ή στο οπτικό περιεχόμενο το οποίο επιβεβαιώνει την υποκειμενική εμπειρία του ατόμου.
Σκέψεις και συναισθήματα που δυσκολευόμαστε να αποδεχθούμε σαν δικά μας συχνά τα προβάλουμε στους άλλους. Η προβολή είναι ένας αμυντικός μηχανισμός – πολλές φορές εμπόδιο στην επαφή – που επιτρέπει στα άτομα να προσδίδουν στους άλλους κάτι που είναι ο πραγματικός τους εαυτός. Συχνά προβάλουμε στους άλλους ανεπιθύμητες ιδιότητες που δεν μπορούμε να δεχθούμε σαν δικές μας. Έτσι καθιστούμε τους άλλους υπεύθυνους για συναισθήματα και συμπεριφορές που αποτελούν κυρίως τμήμα της δικής μας ψυχοσύνθεσης29. Ο Yontef αναφέρει την τέχνη σαν παράδειγμα υγιούς προβολής και σαν παράδειγμα παθολογικής προβολής την παράνοια, κατά την οποία το άτομο δεν έχει επίγνωση και δεν αποδέχεται τα συναισθήματα και τις σκέψεις του αλλά, καθιστά υπεύθυνο το περιβάλλον για ότι νιώθει και σκέφτεται30.
Συχνά στο έργο που δημιουργεί το άτομο που πάσχει από άνοια προβάλει τα δικά του χαρακτηριστικά, τα προσωπικά του βιώματα και συναισθήματα. Ο θεραπευτής εστιάζει και διευκολύνει την συναισθηματική ανακούφιση και την έκφραση έντονων συναισθημάτων χρησιμοποιώντας την τέχνη σαν ένα δημιουργικό μέσο και εργαλείο επικοινωνίας. Επιπλέον, o θεραπευτής Gestalt που χρησιμοποιεί την τέχνη σαν ένα εργαλείο στην θεραπευτική σχέση αναπτύσσει τον διάλογο με τρόπο που να αυξάνει την επίγνωση των ασθενών, να βελτιώνει την ικανότητα επικοινωνίας τους και τους ενθαρρύνει να αναπτύξουν στρατηγικές επίλυσης καθημερινών προβλημάτων.
Οι ασθενείς με τους οποίους «δουλεύω» στο ΚΗΦΗ (Κέντρο Ημέρας Φροντίδας Ηλικιωμένων), έχουν διαγνωστεί ότι πάσχουν από ΝΑ ή κάποια άλλη μορφή άνοιας. Οι περισσότεροι από αυτούς βρίσκονται στα μεσαία στάδια εξέλιξης της νόσου όπου η έκπτωση της μνήμης γίνεται πιο αισθητή και σε μερικές περιπτώσεις είναι πλέον πολύ φτωχή. Κάποιοι ασθενείς έχουν επίγνωση της απώλειας της ικανότητάς τους να θυμούνται κυρίως τα πρόσφατα γεγονότα και κάποιοι άλλοι δεν έχουν πλέον επίγνωση της απώλειας της μνήμης τους. Σαν να μη θυμούνται πλέον και το γεγονός ότι δε θυμούνται. Οι περισσότεροι διατηρούν κάποια επίγνωση του παρελθόντος τους, μπορεί να ξεχνούν τα ονόματα των μελών της ομάδας ή και τα ονόματα του προσωπικού, αλλά φαίνεται πως όλοι τους μας διακρίνουν ανάμεσα σε ξένους σαν οικεία τους πρόσωπα. Όλοι θυμούνται το όνομά τους. Σε κοινωνικό επίπεδο η επικοινωνία τους παραμένει καλή, όμως το περιεχόμενο του λόγου σε κάποιους ασθενείς είναι μπερδεμένο και σε κάποιους άσχετο με το θέμα το οποίο συζητάμε. Κανένας δεν έχει χάσει την ικανότητα να μιλά. Παρατηρώ σε μερικούς ασθενείς σημαντική απώλεια των γνωστικών ικανοτήτων και σε κάποιους άλλους σοβαρά περιορισμένη ικανότητα να επεξεργαστούν πληροφορίες και χρειάζονται βοήθεια για να ξεκινήσουν και να ολοκληρώσουν ένα έργο.
Κάποιοι, ελάχιστοι, ήδη έχουν ελαφρά έως μέτρια κινητικά προβλήματα. Συχνά κάποιοι από αυτούς αποσύρονται σ’ ένα δικό τους εσωτερικό κόσμο και αν δεν τους ενεργοποιήσω οδηγούνται στην πλήρη απόσυρση και στην κατάθλιψη. Σύμφωνα με τις θεωρίες ενεργοποίησης (activities theories), η τακτική συμμετοχή των ασθενών σε δραστηριότητες – σωματικές, γνωστικές, συναισθηματικές – είναι απαραίτητη προκειμένου να μην οδηγηθούν στην απόσυρση, σε έντονο άγχος και στην κατάθλιψη. Ο Seligman που εισήγαγε τον όρο μαθημένη απελπισία, υποστηρίζει πως οι ασθενείς με ΝΑ, ιδιαίτερα στα πρώτα στάδια της νόσου, έχουν επίγνωση των απωλειών που βιώνουν, αντιλαμβάνονται πως δεν ελέγχουν πλέον τη ζωή και το περιβάλλον τους, ενώ διατηρούν τη συναισθηματική μνήμη και την εμπειρία31. Επομένως, είναι πολύ σημαντικό οι θεραπευτές που «δουλεύουμε» με άτομα που πάσχουν από άνοια να αντιμετωπίσουμε αυτές τις μοναδικές προκλήσεις που παρουσιάζει η νόσος. Πολλές από αυτές τις προκλήσεις σχετίζονται με τις απώλειες που βιώνουν οι ασθενείς, με το άγχος και τους φόβους τους, τα συναισθήματά τους, την απόσυρση στον εσωτερικό τους κόσμο, την κατάθλιψη και τον καμβά της συμπεριφορά τους. Σκέψεις και συναισθήματα που δυσκολευόμαστε να εκφράσουμε λεκτικά είναι πιο εύκολο να περιγραφούν ζωγραφίζοντας ή σχεδιάζοντας.
Τα παραπάνω συνοψίζονται κατά κάποιο τρόπο σε αυτά τα λόγια: «αυτά που χρειάζονται ίσως ολόκληρες σελίδες για να περιγραφούν μπορούν να εκφραστούν πολύ πιο εύκολα μέσα ακόμα κι από ένα απλό σχέδιο»32. Και: «ο θεραπευτής και ο ασθενής πρέπει από κοινού να προσπαθήσουν να κατανοήσουν την καλλιτεχνική διαδικασία, το τελικό προϊόν και να επεξεργαστούν μαζί αυτό που προκύπτει από το έργο τέχνης. Έχει επίσης, μεγάλη σημασία το να δουλεύεις με διάφορους λεκτικούς ή μη λεκτικούς τρόπους κατά τη δημιουργική πράξη αυτή καθαυτή33. Συμπερασματικά, σκοπός του θεραπευτή Gestalt που χρησιμοποιεί τα εικαστικά σαν ένα επιπλέον εργαλείο είναι να κτίσει με τον ασθενή μια σχέση στην οποία θα υπάρχει εμπιστοσύνη και θα εκφράζονται τα συναισθήματα που δημιουργούνται μέσα σε αυτήν τη σχέση. Μόνο μέσα από την θεραπευτική σχέση μπορεί να αλλάξουν μορφή οι εικόνες που δημιουργεί ο ασθενής και να αναδυθεί η προσωπική ζωή του μέσα στις εικόνες που δημιούργησε ή που επέλεξε να βάλει στο έργο του (τεχνική κολάζ), τα συναισθήματα και οι σκέψεις του. Συχνά καταπιεσμένα αισθήματα που φαίνονταν πολύ οδυνηρά στον ασθενή και του ήταν δύσκολο να τα εκφράσει, γίνονται προσιτά καθώς κοιτάζει την εικόνα που έφτιαξε και μιλάει γι αυτήν. Το έργο του γίνεται εκείνη την στιγμή οδηγός για να πει την ιστορία του, τις μύχιες σκέψεις του και να μοιραστεί και τα πιο οδυνηρά συναισθήματα που βιώνει. Μιλά για τον θυμό του, το άγχος, τους φόβους του, τον πόνο που βιώνει καθώς έχει επίγνωση των τεράστιων απωλειών που συμβαίνουν στον ίδιο. Πολλές φορές σε αυτές τις πολύ πονετικές στιγμές που ο ασθενής μιλά για αυτά του τα συναισθήματα τα οποία δεν μπορεί πια να αποφύγει να ονομάσει, βάζει το χιούμορ στον τρόπο που απαντά (συχνά αν δεν το κάνει ο ίδιος το κάνει κάποιο άλλο μέλος της ομάδας) ίσως για να απαλύνει τον πόνο που αναδύεται μέσα του ίσως και για να αποχωριστεί αυτά τα οδυνηρά συναισθήματα που επικοινώνησε, τα ονομάτισε και θέλει να δώσει χώρο και στη χαρά, τη δημιουργικότητά που επίσης βιώνεται μέσα σ’ αυτήν τη διαδικασία και παράλληλα να πάρει και να δώσει φροντίδα και στα άλλα μέλη της ομάδας που βρίσκονται γύρω του και κοντά του.
Συνήθως όταν τελειώνει το πρόγραμμα της εικαστικής ζητάω να αποχαιρετήσουν με κάποιο τρόπο την ομάδα και πολύ συχνά ο τρόπος που επιλέγουν τα μέλη της ομάδας να «κλείσουν» είναι με ένα τραγούδι, ένα ευχαριστώ ή με ένα συναίσθημα κρατώντας σε κύκλο ο ένας το χέρι του άλλου. Και είναι πραγματικά πολύ συγκινητικό, όμορφο και ενθαρρυντικό για μας τους θεραπευτές να βλέπουμε τη χαρά στα πρόσωπα τους και την ικανοποίηση από ακόμα μια δημιουργική συνάντηση της ομάδας, αλλά και τη μοναδικότητα του κάθε ατόμου που πάσχει από άνοια. Κάθε ασθενής σα να έχει τη δική του μορφή άνοιας.
Έτσι, δεν με εκπλήσσει καθόλου όταν διαβάζω στο άρθρο του Burley (1998), ότι πρόσφατες έρευνες επιβεβαιώνουν ότι ούτε ο εγκέφαλος, ούτε το σώμα δύο ανθρώπων δουλεύουν ακριβώς με τον ίδιο τρόπο34. Αν δύο εγκέφαλοι δεν λειτουργούν πανομοιότυπα, εμείς οι θεραπευτές χρειάζεται να εξερευνούμε τις αισθητηριακές ικανότητες των θεραπευόμενών μας. Πόσο μάλλον όταν αυτοί είναι άτομα που πάσχουν από άνοια και εμφανίζουν έκπτωση των εγκεφαλικών λειτουργιών και μάλιστα ο καθένας με μοναδικό τρόπο. Κάποιοι ασθενείς ανταποκρίνονται περισσότερο σε οπτικά ερεθίσματα, π.χ. εικόνες, φωτογραφίες, πίνακες ζωγραφικής, σχήματα, χρώματα, κ.λ.π. Κάποιοι άλλοι είναι ιδιαίτερα θετικοί σε τρόπους επικοινωνίας που έχουν σχέση με το χώρο και ανταποκρίνονται στην αλληλεπίδραση που περιλαμβάνει προσανατολισμό, κίνηση και χορό. Κάποιοι άλλοι μπορεί να μην καταλαβαίνω το νόημα αυτών που λένε, αν όμως ακούσουν μια λέξη που για τους ίδιους έχει κάποιο νόημα μπορούν να ξεκινήσουν να τραγουδούν ένα ολόκληρο τραγούδι. Όταν ένας θεραπευτής καταλάβει με ποιο αισθητηριακό τρόπο ανταποκρίνεται ο ασθενής τότε είναι σκόπιμο να εστιάσει τη θεραπευτική παρέμβαση στα δυνατά σημεία του κάθε ατόμου ξεχωριστά. Προσωπικά, εάν και δουλεύω κυρίως σε ομάδες ατόμων που πάσχουν από άνοια έχω μάθει να αναγνωρίζω τις δυνατότητες του κάθε ατόμου και προσανατολίζω τη διαδικασία σε εξατομικευμένες παρεμβάσεις μέσα στην ομαδική διαδικασία.
Bιβλιογραφία
1Schaverien, J. Transference as an Aspect of art therapy. Inscape: Journal of BAAT, 1982.
2Art Therapy Information.
Site visited at: 3-1-2008.
3Dalley, T., Case, C., Schaverien, J., Weir, F., Halliday, D., Hall, N. P., Waller, D. Θεραπεία μέσω τέχνης. Ελληνικά Γράμματα: Αθήνα, 1996.
4Hardt, J.V. & Kamiya, J. Anxiety change through electroencephalographic alpha feedback seen only in high anxiety. Science, 201, 79-81, 1978.
5Paskewitz, D.A. & Orne, M. T. Visual effects on alpha feedback training. Science, 181, 360-363, 1973.
6Zeisel, J. I’m still here: A new philosophy of Alzheimer’s care. Avery Pub Croup, 2009.
7Shaw, G. Patients at an Exhibition (Focus on Art Therapy). Neurology Now, (Vol 2), 6, p. 28-30, 2006.
8Hall, P. N. Θεραπεία μέσω της τέχνης: Ένας τρόπος θεραπείας της σχάσης, 1987. Σε T. Dalley et al. Θεραπεία μέσω τέχνης. Ελληνικά Γράμματα: Αθήνα., 1995.
9Jung, C. G. Two essays of Analytical Psychology. Collected works. (Vol. 7). Routledge & Kegan Paul: London, 1953.
10Silver, R. A. Stimulus drawings and techniques in therapy. Development and Assessment Albin Press, Mamaroneck: New York, 1991.
11Del Giacco, M. Therapist training manual for Del Giacco’s art-therapy, 1997.
12 Wald, J. Severe head injury and its stages of recovery explored through art therapy, art therapy for patients with Alzheimer’s disease and related disorders, in advances in art therapy. In Wadeson, Durkin and Perach. (Eds.). John Wiley & Sons: New York, 1989.
13Perls, F. Theory and Technique of Personality Integration. In J. O. Stevens. (Eds), 1948. Gestalt is. New York: Bantam, 1977.
14Kitzler, R., Perls, L., & Stern, M. Retrospects and prospects: A trialogue between Laura Perls, Richard Kitzler and E. Mark Stern. Voices. 18, 2, 5-22, 1982.
15Wulf, R. The Historical Roots of Gestalt Therapy Theory. The Gestalt Journal. (Vol. 21), No.1, 1998.
16Perls, F. Jeder Roman ist eine Falldarstelling. In L. Perls. (Eds). Leben an der Grenze. Koeln: Edition Humanistische Psychologie, pp. 121-127, 1989.
17Perls, F., Hefferline, R.F., & Goodman, P. Gestalt Therapy: Excitement & Growth in the Human Personality. London: Souvenir Press, 1951.
18Amendt-Lyon, N. Art and Creativity in Gestalt therapy. Gestalt Review, (Vol 5), 4, 225-248, 2001.
19Humphrey, K. Theater as field: Implications for Gestalt therapy. Study in Gestalt Therapy, 8, 172-181, 1999.
20Vich, M., & Rhyne, J. Psychological growth and use of art materials: Small group experiments with adults. Journal of Humanistic Pshchology, 7, 1, 163-170, 1967.
21Rhyne, J. The Gestalt approach to experience art and art therapy. American Journal of Art Therapy. (Vol 2), 4, 237-248, 1973a.
22Rhyne, J. The Gestalt Art Experience: Patterns that connect. Chicago: Magnolia Street Publishers, 1996, 1973b.
23Zinker, J. Gestalt Therapy is permission to be creative: A sermon in praise of the use of experiment in Gestalt therapy. Voices. 9, 4, 75, 1974.
24Zinker, J. Dreamwork as theatre. Voices. 7, 2, 18-21, 1971.
25Zinker, J. Creative Process in Gestalt Therapy. New York: Brunner & Mazel, 1977.
26Oaklander, V. 1978. Windows to our children: A Gestalt therapy approachto children and adolescents. Highland: Gestalt Journal Press, 1988.
27Oaklander, V. A Gestalt approach with children through the use of art and creative. In E. A. Marcus. (Eds). Gestalt therapy and beyond: An integrated Mind-body approach. California: Meta, pp. 235-247, 1992.
28Rapp, E. Gestalt art therapy in groups. In R. Ronall & B. Feder. (Eds). Beyond the Hot seat. New York: Brunner & Mazel, 1980.
29O’Leary, E. Η θεραπεία Gestalt. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 1995.
30Yontef, G. M., & Simkins, J. S. Gestalt therapy an introduction, 1981. [http://www.behaviour.net/gestalt.html].
Site visited at: 18-11-2006.
31Seligman, M. Group psychotherapy and counseling with special populations. (Eds.). University Park Press: Baltimore, 1982.
32Malchiodi, C. A. The art therapy source book. Los Angeles CA: Lowell House, 1998.
33Jennings, S., & Minde, A. Οι μάσκες της ψυχής: Εικαστικά και θέατρο στην θεραπεία. Ελληνικά Γράμματα: Αθήνα, 1996.
35Burley, T. Minds and brains for Gestalt therapists. Gestalt Review, (Vol 2), 2, 131-142, 1998.
Κατερίνα Σιαμπάνη
(Δημοσιεύτηκε στο βιβλίο Πρακτικά του 7ο Πανελλήνιο Ιατρικό – Διεπιστημονικό Συνέδριο Νόσου Alzheimer και Συγγενών Διαταραχών – 2011).
Εισαγωγή
Μέσα στο πλαίσιο της ψυχοθεραπευτικής εργασίας μου στις ομάδες με άτομα που πάσχουν από τη νόσο Alzheimer και άλλες μορφές άνοιας στο ΚΗΦΗ, έχω ενσωματώσει πειραματικά και τη χρήση των παραμυθιών, στην οποία θα αναφερθώ εδώ και θα προσπαθήσω να δώσω μια εικόνα, τόσο σε θεωρητικό, όσο και εμπειρικό επίπεδο.
Τα παραμύθια στην ψυχολογία
«Σαν το σιτάρι σπέρνεται στον κόσμο η αλήθεια
Κι απ’ τον καθάριο σπόρο της φυτρώνουν παραμύθια.
Καλότυχος όποιος μπορεί τα στάχυα να θερίσει
Και το σιτάρι απ’ τα’ άχυρο καλά να ξεχωρίσει.
Για τον μικρό τον κόπο του μεγάλο κέρδος μένει:
Όλη η αλήθεια που θα βρει στα ψέματα κρυμμένη!
Γεώργιος Δροσίνης, Έλληνας ποιητής.
Όπως και με πολλές άλλες σύγχρονες ψυχολογικές θεωρίες και αντιλήψεις, οι ποιητές προηγήθηκαν κατά πολύ και σ’ αυτό το θέμα. Αργότερα και αρκετοί ψυχολόγοι αντιλήφθηκαν την δύναμη των λαϊκών παραμυθιών που φαίνεται να παίρνουν στα σοβαρά τα υπαρξιακά άγχη και διλήμματα και να απευθύνονται άμεσα σ’ αυτά, όπως για παράδειγμα, στην ανάγκη μας να μας αγαπούν και στο φόβο ότι οι άλλοι πιστεύουν πως δεν αξίζουμε, στην αγάπη για τη ζωή και στο φόβο του θανάτου.
Από τους πρώτους που ερεύνησαν το βαθύτερο νόημα των παραμυθιών ήταν ο Freud, ο οποίος είδε στα παραμύθια παρόμοιες εικόνες με αυτές των ονείρων που επιβεβαίωναν την ψυχοδυναμική του θεωρία. Για τον Freud οι μύθοι είναι όνειρα που πηγάζουν από τον ασυνείδητο νου. Πίστευε ότι τα παραμύθια εκφράζουν εσωτερικές συγκρούσεις, άγχη, κρυφούς φόβους και επιθυμίες τα οποία βρίσκονται παγιδευμένα στο υποσυνείδητό του ατόμου. Ο Freud μάλιστα προχώρησε στην ανάλυση των συμβολισμών συγκεκριμένων παραμυθιών που την εποχή του ήταν πολύ δημοφιλή, όπως τα παραμύθια των αδελφών Grimm. Έτσι, παρατήρησε πως και οι ασθενείς του χρησιμοποιούσαν παρόμοιους συμβολισμούς στα όνειρά τους[1].
Ωστόσο, ο πιο γνωστός ερευνητής των ονείρων υπήρξε ο Jung, ο οποίος έδωσε μια άλλη διάσταση στα όνειρα από την προϋπάρχουσα φροϋδική και αντίστοιχα και στα παραμύθια. Ο Jung πίστευε πως ο συμβολισμός των παραμυθιών θα πρέπει να βασίζεται σε κάτι πιο γενικό και όχι απλά στις ιδιαίτερες ατομικές συγκρούσεις μεμονωμένων ατόμων. Για τον Jung τα παραμύθια είναι μέρος και απόδειξη αυτού που αποκαλούσε «συλλογικό ασυνείδητο». Στην πραγματικότητα είναι δυνατόν, σύμφωνα με τον Jung, τα παραμύθια να αποκαλύπτουν και αρχέτυπα του «συλλογικού ασυνείδητου». Είναι ένα πανανθρώπινο φαινόμενο το οποίο εμφανίζεται από τις πιο πρωτόγονες κοινωνίες μέχρι τις πιο σύγχρονες σημερινές, σαν ένας διαχρονικός τρόπος έκφρασης με την αφήγηση φανταστικών ιστοριών που βρίθουν από περιπέτειες, συμβολισμούς και ηθικά διδάγματα. Με τον όρο «συλλογικό ασυνείδητο» ο Jung αναφέρεται στις αρχέτυπες ιδέες που έχουν αποτυπωθεί από γενιά σε γενιά και ο καθένας από εμάς τις κουβαλά μέσα του, ανεξάρτητα από την κοινωνία που προερχόμαστε. Τέτοιες αρχέτυπες ιδέες είναι για παράδειγμα, η τροφοδότης μητέρα-φύση, ο κύκλος της ζωής, το σκοτεινό και μαύρο άγνωστο ή το νερό σαν έκφραση αναγέννησης [2].
Όπως βλέπουμε, δύο σημαντικοί πρωτοπόροι της επιστήμης της ψυχολογίας ασχολήθηκαν και προσπάθησαν να δώσουν την δική τους ερμηνεία στους μύθους που φτιάχνει ο άνθρωπος και που μία από τις μορφές του είναι και το παραμύθι. Σε όλο τον κόσμο και σε κάθε εποχή οι άνθρωποι αφηγούνται παραμύθια που φαίνεται να αποτελούν μια ζωντανή έμπνευση για όλες τις δραστηριότητες του νου, των συγκινήσεων και του σώματος. Τα μυθικά στοιχεία που βρίσκουμε στα παραμύθια είναι αυτά που προσδίδουν ένα νόημα και μερικές φορές το κεντρικό νόημα στη ζωή μας. Αυτό συμβαίνει επειδή τα μυθικά στοιχεία που περιέχονται στο παραμύθι, έχουν την δύναμη να μας προσανατολίζουν προς τον κεντρικό πυρήνα, δηλαδή, στην ουσία των πραγμάτων. Με τη σειρά της η ουσία των πραγμάτων αφορά το πώς προσδιορίζουμε τον εαυτό μας και την σχέση μας με το περιβάλλον
Φαίνεται με κάποιο τρόπο να χρειαζόμαστε τα μυθικά στοιχεία του παραμυθιού στην καθημερινότητά μας, γιατί χωρίς το μυθικό περιεχόμενο, χωρίς το κεντρικό νόημα, η ζωή μας γίνεται πληκτική και ανούσια. Ο μυθολογικός πλούτος, μας ενισχύει, μας κεντρίζει το ενδιαφέρον, μας προσκαλεί να προσδώσουμε στη ζωή μας μια λάμψη, που μπορεί να μην είναι δική μας, παρόλα αυτά μας προκαλεί στο να δοκιμάσουμε να ανοίξουμε ένα δρόμο για να αναζητήσουμε και να αποκαλύψουμε αυτή τη λάμψη μέσα μας, δηλαδή στον εαυτό μας.
Έτσι, στην προκειμένη περίπτωση, ο στόχος που έχω βάλει σε σχέση με την χρήση των παραμυθιών στην ομαδική ψυχοθεραπευτική παρέμβαση που συντονίζω σε άτομα που πάσχουν από άνοια, δεν είναι να ερμηνεύσουμε με ιδέες και ορθολογικά, δηλαδή διανοητικά μόνο, τα μυθικά στοιχεία του παραμυθιού, αλλά κυρίως να ενισχύσω την ψυχική υγεία τους. Ο στόχος είναι να ενθαρρύνω τα άτομα να εκλάβουν από τα μυθικά στοιχεία του παραμυθιού ενέργεια, δύναμη, χαρά, ζωντάνια, και να δώσουν νόημα στη ζωή τους, στο «Εδώ και Τώρα» της διαδικασίας, που είναι και ο μόνος χρόνος που τα άτομα – ιδίως σε προχωρημένη άνοια – «αντιλαμβάνονται».
Στο σημείο αυτό, είναι σημαντικό και για μένα να νοηματοδοτήσω την χρήση των παραμυθιών στη «δουλειά μου» με την τρίτη ηλικία και την άνοια, κάτι που συχνά το κάνω σε κάθε ψυχοθεραπευτική παρέμβαση που αναλαμβάνω, είτε ατομική, είτε ομαδική, είτε σε παιδιά, είτε σε ενήλικες, είτε σε ζευγάρια, κ. ά. Σε ότι αφορά την ψυχοθεραπεία σε άτομα της τρίτης ηλικίας, είτε πάσχουν από κάποια μορφή άνοιας είτε όχι, έχω πάντα στο νου μου ότι βρίσκονται στο δεύτερο μισό της ζωής τους, και σύμφωνα με τον Jung (1977), οι στόχοι του δεύτερου μισού της ζωής του ανθρώπου είναι εσωτερικοί και θα πρέπει να σχετίζονται κυρίως με την αναζήτηση νοήματος στη ζωή και το θάνατο [3].
Κατά τον Jung (1977), οι στόχοι του πρώτου μισού της ζωής του ανθρώπου αφορούν κυρίως την δημιουργία μιας οικογένειας και την καθιέρωση μιας σταδιοδρομίας. Όπως χαρακτηριστικά επισήμανε: «Αυτό που αναζητά ο νέος έξω, ο μεσήλικας οφείλει να το ανακαλύψει μέσα του» 3.
Με αυτή την επισήμανση φαίνεται πόσο σημαντικό είναι να στραφεί ο άνθρωπος μέσα του για να αναζητήσει νόημα στη ζωή του, όταν μάλιστα ο άνθρωπος ζει πλέον ένα μεγάλο μέρος της ζωής του στη φάση που ονομάζουμε γήρανση και όταν όπως γνωρίζουμε πολλά προβλήματα εμφανίζονται συχνά στην περίοδο της γήρανσης. Πλέον στις μέρες μας μιλάμε για φυσιολογική και παθολογική γήρανση [4]. Στη φυσιολογική γήρανση το άτομο μπορεί να εμφανίζει μια μείωση των νοητικών και σωματικών ικανοτήτων του και κάποια έκπτωση στη ζωτικότητα και την ανθεκτικότητά του. Στη παθολογική γήρανση, το ηλικιωμένο άτομο εμφανίζει απώλεια της υγείας του, έλλειψη ζωτικότητας, ανθεκτικότητας και προβληματικές καταστάσεις όπως η κατάθλιψη, η αϋπνία, και οι διάφορες μορφές άνοιας που τείνουν να πάρουν μορφή επιδημίας στο προσεχές μέλλον. Σύμφωνα με τον Jaffe (1984), η παθολογική γήρανση μπορεί να προκύψει από την έλλειψη νοήματος: «Η απουσία νοήματος στη ζωή διαδραματίζει έναν κρίσιμο ρόλο στην αιτιολογία της νεύρωσης» [5].
Επιπλέον, η λέξη παραμύθι προέρχεται από το αρχαίο «παραμύθιον», που στην αρχαιότητα σήμαινε λόγος παρηγορητικός. Στο πέρασμα των χρόνων, η έννοια της παραμυθίας διευρύνθηκε και συμπεριέλαβε κάθε είδος φανταστικές αφηγήσεις που στόχο έχουν να συνεπάρουν την ανθρώπινη ψυχή και να την μεταφέρουν νοερά σε φανταστικούς κόσμους με σκοπό την ψυχαγωγία, την διδαχή, την παρηγοριά, ή ακόμα περισσότερο, την επούλωση των ψυχικών και συναισθηματικών τραυμάτων.
Παραμύθια για μεγάλους;
Η δύναμη των παραμυθιών αναγνωρίζεται πλέον σαν το είδος της αφήγησης που ενώ αφηγείται μια φαινομενικά απλή ιστορία, π.χ. «ο λαγός και η χελώνα», μεταφέρει παράλληλα πολλά ηθικά μηνύματα και νοήματα σε μεγαλύτερο βάθος απ’ ότι ο λόγος του παραμυθιού αυτός καθ’ αυτός. Αυτό κάνει την αφήγηση των παραμυθιών κι ένα μέσο μάθησης. Γι αυτό και αποτελούν τα παραμύθια ένα σημαντικό παιδαγωγικό εργαλείο που χρησιμοποιούν οι ενήλικοι για να μεταδώσουν στα παιδιά αξίες και ιδανικά που και οι ίδιοι ασπάζονται. Αξίες όπως η καλοσύνη, η ισότητα, η δικαιοσύνη, η υπομονή, είναι μερικά από τα πανανθρώπινα μηνύματα που μεταδίδουν τα παραμύθια. Γι’ αυτό ο Bettelheim (1976), στο έργο του για τα παραμύθια, προσφέρει σημαντικό και πρωτότυπο παιδαγωγικό υλικό χρήσιμο σε εκπαιδευτικούς και παιδαγωγούς των σύγχρονων σχολείων [6]. Ακόμα περισσότερο όμως, τα παραμύθια αποτελούν έναν τρόπο έκφρασης ιδεών και αντιμετώπισης των διλημμάτων (πολώσεις, στη ψυχοθεραπεία Gestalt) ενός παιδιού στην πορεία του προς την ενηλικίωση.
Ωστόσο, υπάρχει και η άποψη πολλών ψυχολόγων σήμερα που υποστηρίζει πως τα παραμύθια μπορούν να βοηθήσουν τους ενήλικες να ξεπεράσουν κάποια ψυχολογικά προβλήματα και να ενσωματώσουν τις πολώσεις τους. Ένας σημαντικός υποστηρικτής αυτής της ιδέας είναι ο Dieckmann, του οποίου η θεωρία υποστηρίζει ότι το άτομο μπορεί να βοηθηθεί αποτελεσματικά εάν διηγηθεί το αγαπημένο του παραμύθι. Ο Dieckmann πιστεύει ότι το αγαπημένο παραμύθι που αποτυπώθηκε στη μνήμη του ατόμου έχει σημαντική ψυχολογική βαρύτητα για την ίδια την ύπαρξή του και τα προβλήματα που το απασχολούν.
Σύμφωνα με τον Dieckmann, όταν συνειδητοποιήσουμε την βαθύτερη σημασία του νοήματος του παραμυθιού που θυμόμαστε, τότε μπορούμε ευκολότερα να μεταφράσουμε τις ασυνείδητες σκέψεις και τους φόβους μας και να καταφέρουμε να τους αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικότερα[7].
Στους ηλικιωμένους ενήλικες που πάσχουν από άνοια κάποια χαρακτηριστικά των ελληνικών παραμυθιών φαίνεται να ενεργοποιούν την μνήμη τους, όπως για παράδειγμα, η γλώσσα, η παράδοση, η προβολή του φυσικού περιβάλλοντος αλλά και του ίδιου του χαρακτήρα του ελληνικού λαού.
Αφήγηση ελληνικού λαϊκού παραμυθιού: Η κουκουβάγια και η πέρδικα.
Στις ομάδες που τα άτομα πάσχουν από την νόσο Alzheimer ή άλλη μορφή άνοιας και είναι σε προχωρημένο στάδιο, επιλέγω μικρά παραμύθια, όπως η κουκουβάγια και η πέρδικα, κ,ά, Περιληπτικά το παραμύθι αφηγείται το πώς η πέρδικα δίνει στην κουκουβάγια που πήγαινε στο σχολείο φαγητό στο μικρό της, το κολατσιό και για το περδικάκι της. Όταν η κουκουβάγια την ρωτάει: «Πως θα γνωρίσω το παιδάκι σου;», η πέρδικα πολύ απλά απαντάει: «Είναι το ομορφότερο παιδί σε όλο το σχολείο!». Μετά από κάποια ώρα η κουκουβάγια επιστρέφει το κολατσιό που της έδωσε η πέρδικα και της λέει: «Δεν κατάφερα να βρω το παιδάκι σου. Κάθισα μια ώρα στο σχολείο. Όσο και να κοιτούσα δεν έβλεπα ομορφότερο παιδί από το δικό μου»
Συστήνω κατά την διάρκεια της αφήγησης χρήση παντομίμας, αλλαγή της φωνής, και χρήση αξεσουάρ.
Ενθαρρύνω τα μέλη της ομάδας να αναγνωρίσουν λέξεις κλειδιά που ακούστηκαν στο παραμύθι (Key words), Ενδεικτικά αναφέρω μερικές λέξεις κλειδιά από το συγκεκριμένο παραμύθι: Δάσος, Γράμματα, σχολείο, τιμωρία, κ,λ,π,
Με τα μέλη κάνω διάλογο μένοντας σε κάποιες λέξεις κλειδιά και προτείνοντας να μιλήσουν γι’ αυτές: Υπάρχει κάποιος που βίωσε την τιμωρία στο σχολείο; Ποια είναι η γνώμη σας για την τιμωρία σήμερα.
Η λέξη τιμωρία – την ξεχωρίζω με άλλο χρώμα – επειδή αποδείχτηκε μια πολύ «δυνατή» λέξη στην ομάδα με τα άτομα που πάσχουν από προχωρημένη άνοια, και το Mini Mental είναι 12 το μεγαλύτερο και 0 το χαμηλότερο.
Ο λόγος που πειραματίζομαι με διάφορες μορφές επικοινωνίας – όπως οι σωματικές ασκήσεις, τα παιχνίδια, η ζωγραφική, το κολάζ, ο πηλός, η Αμμοθεραπεία, τα παραμύθια, κ.ά. – είναι το ότι τα άτομα που έρχονται στο ΚΗΦΗ βρίσκονται σε προχωρημένα στάδια της άνοιας και πολλά απ’ αυτά δεν ανταποκρίνονται στην λεκτική επικοινωνία. Η αφήγηση ενός λαϊκού παραμυθιού φαίνεται να ακουμπά και να συγκινεί και αυτά τα άτομα και να ανακινεί αναμνήσεις. Ο στόχος μου σε αυτά τα στάδια δεν είναι αυτός που ενδεχόμενα θα μπορούσε να είναι αν εργαζόμουν με μια ομάδα ηλικιωμένων με ήπια νοητική διαταραχή. Δηλαδή, να ζητήσω να επαναλάβουν ό,τι θυμούνται από το παραμύθι ή να δημιουργήσουν ένα δικό τους παραμύθι. Εδώ, «δουλεύω» περισσότερο με την χρήση υλικών όπως, πίνακες, εικόνες, αντικείμενα, κ.ά. Για παράδειγμα, δείχνω μια εικόνα για την τιμωρία και ενθαρρύνω μια συζήτηση για το τι σημαίνει τιμωρία. Ξαφνικά ένα μέλος της ομάδας, η κυρία Ευθαλία,αυθόρμητα σηκώνεται από την θέση της και «δείχνει» με έναν δικό της τρόπο τι σημαίνει τιμωρία. Κάθεται στην γωνία του τοίχου με γυρισμένη την πλάτη στην ομάδα, τα χέρια στο πρόσωπο και κλαίει. ‘Όταν την ρωτάω τι κάνει, μου απαντά: «Σου δείχνω πως έκανα όταν η δασκάλα μ’ έβαζε τιμωρία. Ήμουν γυρισμένη στον τοίχο και έκλαιγα. Θυμάμαι που ένιωθα άσχημα». Σε μια ανέλπιστη στιγμή, μαθαίνω κάτι ακόμα από την ζωή της ενώ η ίδια εκφράζει την έκπληξή της που θυμήθηκε κάτι που πίστευε ότι είχε ξεχάσει. Αμέσως, και άλλα μέλη της ομάδας εκφράζονται. Προς μεγάλη μου έκπληξη, εκφράζουν την άποψή τους για την τιμωρία και αποκαλούν «κακιά» την δασκάλα που έβαζε τιμωρία. Εκφράζουν θυμό και επιπλέον μιλάνε για την τιμωρία που έβαζαν στα παιδιά τους όταν ήταν μικρά. Εδώ μαλακώνουν. Δικαιολογούν τον εαυτό τους και ονομάζουν ελαφριά την τιμωρία που χρησιμοποίησαν για τα παιδιά τους. Για παράδειγμα, η κυρία Γιάννα, λέει: «Εεεε, όταν τα παιδιά μου έκαναν φασαρία τα έδινα ένα δυο χτυπηματάκια στο ποπό, για να ηρεμήσουν. Ελαφρά χτυπηματάκια, μη φανταστείς τίποτα σοβαρό». «Εεε, ναι έτσι έκανα κι εγώ». προσθέτει η κυρία Μαρία, και συνεχίζει: «Και ο πατέρας μου έδερνε τα αδέρφια μου, αλλά εμένα δεν με έδειρε ποτέ, επειδή ήμουν κορίτσι. Μόνο τα’ αγόρια έδερνε». Ένα άλλο μέλος της ομάδας κλαίει συγκινημένο. Δεν εκφράζεται λεκτικά, παρόλα αυτά συμμετέχει με τον δικό της τρόπο στον διάλογο που κάνει η ομάδα. Της κρατώ το χέρι και της λέω ότι την καταλαβαίνω. Της μιλάω για την δική μου εμπειρία από την τιμωρία που μ’ έβαλε η δασκάλα στην πρώτη Δημοτικού, λέω πως αισθάνθηκα και πως αισθάνομαι τώρα. Η κυρία Αμαλία χαϊδεύει το χέρι μου και μου ψιθυρίζει: «Σε καταλαβαίνω». Αισθήσεις, μνήμες, συναισθήματα, επαφή, κάθαρση, όλα είναι εδώ και ομάδα σήμερα είναι άκρως θεραπευτική!
Ένα άλλο παράδειγμα, αποτελεί το πώς χρησιμοποιώ τις λέξεις κλειδιά – που ξεχωρίζω με το πράσινο χρώμα: αετός – κουκουβάγια – πέρδικα. Στο σημείο αυτό δείχνω τις εικόνες των τριών πουλιών και ζητάω από τα μέλη (ή το κοινό) να αναγνωρίσει και να κατονομάσει ποιο είναι το κάθε πουλί. Στην περίπτωση κι εδώ, που εργάζομαι με άτομα με ήπια νοητική διαταραχή ή που βρίσκονται στο πρώτο στάδιο της άνοιας, προτείνω να μιλήσουν περισσότερο για γνωστικά κομμάτια με έναυσμα το παραμύθι.
Τι γνωρίζετε για το κάθε πουλί. (π.χ. Ο αετός πετάει πάρα πολύ ψηλά. Είναι ένα από τα πιο δυνατά πουλιά που υπάρχουν. Υπάρχουν πολλά είδη αετών, όπως ο γυπαετός, κ.ά. Ο αετός τρώει φίδια, λαγούς, μέχρι και πρόβατο μπορεί να αρπάξει με τα γαμψά του νύχια. Είναι σύμβολο των ΗΠΑ = δύναμη.
Η κουκουβάγια είναι νυχτόβιο πουλί. Αυτό σημαίνει ότι βλέπει πολύ καλά στο σκοτάδι και κυνηγάει τη νύχτα. Είναι σύμβολο σε βιβλιοθήκες και σχολεία = σοφία. Η πέρδικα έχει πολύ όμορφα φτερά και περπατά με χάρη.
Ποιες από τις λέξεις κλειδιά που ακούστηκαν στο παραμύθι σχετίζονται με τα πουλιά. Για παράδειγμα: Ράμφος, φτερά, πετάω, φωλιά, κελάηδησε, δάσος…
Αισθήσεις:
Όταν η ομάδα απαρτίζεται από άτομα σε προχωρημένη άνοια εστιάζω σε χαρακτηριστικά που αναδύονται στο παραμύθι και ενθαρρύνω την «ασυνείδητη γνώση». Αυτή δηλαδή που και το ίδιο το άτομο δεν γνωρίζει ότι έχει και πολλές φορές παρατηρώ ότι «πυροδοτείται» με διάφορα ερεθίσματα που φαίνεται να «ξυπνάνε» αναμνήσεις. Η Marie-Louize von Franz (1978), στο βιβλίο της The interpretation of Fairy-Tales, εκφράζει τις απόψεις της για το παραμύθι, επηρεασμένη έντονα από τον Jung και κάνοντας χρήση των όρων που ο Jung εισήγαγε όπως, αρχέτυπα, ατομικό και συλλογικό ασυνείδητο. Στις απόψεις της συμπεριλαμβάνεται και η παρακάτω: «τα παραμύθια εκφράζουν κατά τρόπο εξαιρετικά λιτό και άμεσο τις ψυχικές διεργασίες του συλλογικού ασυνείδητου. Γι’ αυτό το λόγο έχουν ανώτερη αξία για την επιστημονική διερεύνησή τους απ’ ότι άλλα υλικά. Στα παραμύθια αποτυπώνονται τα αρχέτυπα στην πιο απλή, την πιο συνοπτική μορφή τους». Ενώ το ατομικό ασυνείδητο περιέχει τις ξεχασμένες ή απωθημένες αναμνήσεις του ατόμου, το συλλογικό ασυνείδητο διαμορφώνεται από δυναμικές που περιλαμβάνουν το κοινό υπόβαθρο ολόκληρης της ανθρωπότητας. Τα αρχέτυπα απεικονίζονται σαν δημιουργικές δυνατότητες, σαν δομικές δυνάμεις του ανθρώπινου ψυχισμού, όπου το σύνολο αυτών των δυνατοτήτων και των δυνάμεων απαρτίζει αυτό που ο Jung ονόμασε συλλογικό ασυνείδητο[8]. Προσωπικά, χρησιμοποιώ τον όρο «συλλογική γνώση», για τα άτομα που πάσχουν από άνοια, παρατηρώντας την κατάσταση της μνήμη τους που φαίνεται να την έχουν χάσει σε σημαντικό βαθμό, και ενώ όλες οι γνωστικές λειτουργίες δείχνουν σαν ένα λευκό, άγραφο χαρτί, μέσα από το παραμύθι αναδύεται μια γνώση που δείχνει ότι το άτομο είναι ακόμα εδώ και «φέρνει» μια γνώση που μπορεί να εξηγηθεί κατά την γνώμη μου με αυτό που έχει αποκαλέσει ο Jung συλλογικό ασυνείδητο.
Για παράδειγμα, στο παραμύθι ακούσανε τη λέξη σχολείο. Αμέσως μετά την αφήγηση του παραμυθιού τα άτομα που βρίσκονται σε προχωρημένη άνοια, ήδη έχουν ξεχάσει το παραμύθι, πόσο μάλλον την λέξη σχολείο. Για τον λόγο αυτό χρησιμοποιώ εικόνες – φωτογραφίες, ακόμα και έργα ζωγράφων που σχετίζονται με το σχολείο, π.χ. σχολική ποδιά, που μπορεί στην εικόνα να είναι μια ασπρόμαυρη φωτογραφία μιας μαθήτριας που φοράει την μαθητική της ποδιά. Το εκπληκτικό είναι ότι κάποια άτομα θυμούνται ότι είχε μπλε χρώμα και ότι τη φορούσαν με ένα άσπρο γιακά που πολλές φορές ήταν πλεγμένος στο χέρι. Και μάλιστα, άτομα που στην καθημερινότητά τους μπερδεύουν ή δεν μπορούν να κατονομάσουν καθόλου τα χρώματα. Ένα μέλος της ομάδας – ο κύριος Θρασύβουλος – θυμήθηκε το πηλίκιο που φορούσε στο σχολείο και που το φορούσαν μόνο τα’ αγόρια.
Τα θρανία, ο μαυροπίνακας, η κιμωλία – που μπορεί να την κουβαλώ και μαζί μου – επιλέγω να τα χρησιμοποιώ και να δείχνω φωτογραφίες τους στην οθόνη του υπολογιστή ή τυπωμένες στο χαρτί. Οι φωτογραφίες αποτελούν ερεθίσματα των αισθήσεων και «ανοίγουν» τη μνήμη των μελών της ομάδας. Στο σημείο αυτό επιδιώκω να εμπλέξω και άλλα αισθητηριακά ερεθίσματα, – εκτός της όρασης – όπως να δώσω να κρατήσουν την κιμωλία και να γράψουν μ’ αυτήν. Επίσης, χρησιμοποιώ την παντομίμα και το τραγούδι, π.χ. προτείνω να τραγουδήσουμε όλοι μαζί ένα τραγούδι για το σχολείο, όπως το «φεγγαράκι μου λαμπρό» και να το κάνουμε παντομίμα, όλοι μαζί στην ομάδα. Ακόμα και άτομα που εμφανίζουν την μικρότερη συμμετοχή στην ομάδα, στο σημείο αυτό ενεργοποιούνται και εμπλέκονται στην διαδικασία. Παρόλο που οι έρευνες δείχνουν ότι η αίσθηση της όσφρησης εκπίπτει στα άτομα που πάσχουν από την νόσο Alzheimer, συχνά συμπεριλαμβάνω στην θεραπευτική διαδικασία και οσφρητικά ερεθίσματα. Στο παραμύθι που διασκεύασα πρόσθεσα μία πρόταση που σχετίζεται με την όσφρηση, ακριβώς για να εμπλέξω στην διαδικασία την αίσθηση αυτή: «…Κι απ’ εδώ που είμαι τα μυρίζομαι και μου τρέχουν τα σάλια». Συνήθως έχω μέσα σε κουτάκια υλικά με χαρακτηριστική οσμή, όπως καφές, κακάο, πιπέρι, βασιλικός. Στο παραμύθι εδώ κατευθύνω τη συζήτηση στη μυρωδιά του βασιλικού, που σχετίζεται με τον αγιασμό και τον βασιλικό που χρησιμοποιεί ο παπάς. Προσκαλώ κάποιο μέλος της ομάδας να πειραματιστεί με τις μυρωδιές – με τη μορφή παιχνιδιού – του κλείνω τα μάτια μ’ ένα πανί και τοποθετώ κοντά στη μύτη του το κουτάκι π.χ. με την μυρωδιά του πιπεριού. Ζητάω να μυρίσει και να πει στην ομάδα αν αναγνωρίζει την μυρωδιά. Κάποιοι με το που μυρίζουν το πιπέρι φτερνίζονται και ακόμα κι αν δεν αναγνωρίσουν την μυρωδιά θυμούνται το πιπέρι. Ένας από τους στόχους είναι να αναγνωρίσουν την οσμή του βασιλικού. Δεν είναι ο μόνος στόχος. Γι αυτό και επιλέγω να εμπλέξω με την μορφή παιχνιδιού όλα τα μέλη στη διαδικασία. Είναι ένα τρόπος που βοηθά στην ενεργοποίηση της ομάδας, τα μέλη διασκεδάζουν και περιμένει ο καθένας την σειρά του για να μυρίσει τα κουτάκια. Επιπλέον, επειδή από έρευνες γνωρίζουμε ότι η όσφρηση εκπίπτει στα άτομα που πάσχουν από την νόσο Alzheimerείναι και ένα διαγνωστικό κριτήριο.
Συναισθήματα:
Στη διασκευή που έκανα στο παραμύθι συμπεριέλαβα και συναισθήματα και αυτό δεν το κάνω τυχαία. Η ψυχοθεραπεία Gestalt είναι ολιστική θεραπευτική προσέγγιση και βλέπει τον άνθρωπο σαν Όλον. Δηλαδή, σαν νου, πνεύμα, ψυχή και σώμα. Ο άνθρωπος μας ενδιαφέρει όχι μόνο σαν διανοητικό όν, αλλά και σαν πνευματικό, συναισθηματικό και σωματικό όν. Μπορεί το άτομο που πάσχει από άνοια γνωστικά να ξεχνάει τις αναμνήσεις του όμως κάπου στον Οργανισμό υπάρχουν ακόμα πληροφορίες και ζωντανά λειτουργικά κομμάτια του εαυτού με τα οποία μπορεί να επικοινωνεί με το περιβάλλον. Αρκεί το περιβάλλον, οι περιθάλποντες – να επιχειρεί να «προκαλέσει» αυτές τις πληροφορίες και τις γνώσεις. Τα συναισθήματα είναι τα πιο ζωντανά λειτουργικά μέρη του εαυτού και είναι αυτά που πεθαίνουν τελευταία. Ο θυμός, το άγχος, η θλίψη και ο φόβος είναι συναισθήματα που νιώθει ό καθένας από εμάς όταν βιώνουμε την απώλεια. Το άτομο που πάσχει από άνοια στα πρώτα στάδια έχει επίγνωση των απωλειών που βιώνει και αναπόφευκτα αισθάνεται άγχος, φόβο, θυμό και θλίψη. Αναρωτιέμαι πολλές φορές αν έχει την δυνατότητα και αν κάποιος του δίνει την ευκαιρία να εκφράσει αυτά τα συναισθήματα. Στην μέχρι τώρα κλινική εμπειρία μου σπάνια έχω συναντήσει τέτοιες περιπτώσεις. Συχνά εγώ είμαι αυτή που αναλαμβάνω αυτό το έργο. Να δώσω την ευκαιρία στο άτομο που νοσεί να μιλήσει για τα συναισθήματά του. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για τους περιθάλποντες. Στο συγκεκριμένο παραμύθι αναφέρω τα συναισθήματα του θυμού και της στεναχώριας και συνήθως ενθαρρύνω την συζήτηση γύρω απ’ τα συναισθήματα. Συχνά, και με έκπληξη, παρατηρώ, στην αρχή δειλά και στη συνέχεια εντονότερα, κάποια μέλη της ομάδας να τολμούν να εκφράζουν και λεκτικά τα συναισθήματά τους. Πέρα από την λεκτική έκφραση ο θυμός είναι το συναίσθημα που πολύ συχνά εκδηλώνουν τα άτομα που βλέπω εγώ στο ΚΗΦΗ με επιθετική συμπεριφορά, με ένταση στη φωνή, με σχόλια για άλλους – προβολή – τους οποίους βλέπουν και αντιλαμβάνονται ότι θυμώνουν, κάτι που δεν βλέπουν και δεν αντιλαμβάνονται για τον εαυτό τους.
Βιβλιογραφία:
[1]Freud, S. (1913). The Occurrence in Dreams of Material from Fairy Tales. The Standard Edition of the Complete Psychological Works of Sigmund Freud, Volume XII (1911-1913): The Case of Schreber, Papers on Technique and Other Works, 279-288.
[2] Jung, C.G. (1978). Man and His Symbols. London: Picador.
[3]Jung, C. G. (1977). The Soul and Death. In Psychology and the Occult. CW 8 Princeton, NJ: Princeton University Press. (1st ed. 1934).
[4] Οικονομίδης, Δ. (2005). Η φυσιολογική γήρανση. Σε Μ. Τσολάκη & Α. Κάζης. (Eds). Άνοια. Ιατρική και κοινωνική πρόκληση. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
[5]Jaffe, A. (1984). The myth of meaning in the work of C. G. Jung. Zurich, Switzerland: Daimon.
[6]Bettelheim, B. (1976). The uses of enchantment: The meaning and importance of fairy tales. New York: Vintage.
[7]Dieckmann, H. (1997). Fairy-tales in psychotherapy. Journal of Analytical Psychology, 42, 2, 253-268.
[8]Von Franz, M.L. (1996). The Interpretation of Fairy Tales. London: Shambala Publications.